Theodor Adorno και Max Horkheimer-Προς ένα νέο μανιφέστο;


Εισαγωγή
Μια διανοητική συνεργασία ζωής ανάμεσα σε δύο μείζονες διανοούμενους, τόσο κοντινούς μεταξύ τους που τα πιο διάσημα κείμενά τους γράφτηκαν από κοινού και που τα ονόματά τους είναι δύσκολο να αποκολληθούν το ένα από το άλλο, είναι αρκετά σπάνια ώστε να κατατάσσεται σχεδόν ως ιστορικό τεχνούργημα. Υπάρχουν, φαίνεται, μόνο δύο περιπτώσεις: στον 19ο αιώνα ο Μαρξ και ο Έγκελς και στον 20ο ο Χορκχάϊμερ και ο Αντόρνο. Μπορούν να ειδωθούν ως προάγγελοι αυτού που σε ένα μετα-αστικό κόσμο θα γινόταν λιγότερο σπάνιο; Οι πορείες τους διέφεραν. Ο Μαρξ και ο Έγκελς, γεννημένοι με δύο χρόνια διαφορά, ήταν σύγχρονοι· από τη στιγμή που διαμορφώθηκε η φιλία τους, η συνεργασία μεταξύ τους δε σταμάτησε ποτέ. Ο Αντόρνο ήταν οκτώ χρόνια νεώτερος του Χορκχάιμερ, και μια στενή σχέση συνεργασίας ήρθε πολύ αργότερα, με πολύ περισσότερες μεταβολές: αρχική συνάντηση το 1921, ενδιάμεσες εντάσεις και ανταλλαγές ως τα μέσα του 1930, συμφωνία μόνο στην αμερικανική εξορία από το 1938 και μετά, περισσότερο έντονα διαφορετικές ταυτότητες σε όλη τη δάρκεια. Η γενική τροχιά του Ινστιτούτου για την Κοινωνική Έρευνα της Φρανκφούρτης είναι γνωστή, καθώς στη διάρκεια του χρόνου η “κριτική θεωρία” —αρχικά η κωδική λέξη του Χορκχάιμερ για τον Μαρξισμό—περιορίστηκε στους χώρους της φιλοσοφίας, της κοινωνιολογίας και της αισθητικής· βάσει όλων των σημαδιών, αποκόπηκε εντελώς από την πολιτική. Κατ’ ιδίαν, τα πράγματα ήταν διαφορετικά, όπως κάνει σαφές ο παρακάτω διάλογος.

Το μοναδικό αυτό ντοκουμέντο είναι το αρχείο, που κατέγραψε η Γκρέτελ Αντόρνο, συζητήσεων κατά τη διάρκεια τριών εβδομάδων την άνοιξη του 1956, με στόχο την παραγωγή αυτού που ο Αντόρνο περιέγραψε ως σύγχρονη εκδοχή του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος. Σε ό,τι αφορά τη μορφή του θα μπορούσε να περιγραφεί, αν η τζαζ δεν ήταν ανάθεμα για τον Αντόρνο, ως φιλοσοφική πρόβα αυτοσχεδιασμού, όπου οι δύο στοχαστές αυτοσχεδιάζουν ελεύθερα, συχνά παθιασμένα, πάνω σε κεντρικά θέματα της δουλειάς τους —τη θεωρία και την πράξη, την εργασία και τον ελεύθερο χρόνο, την επικυριαρχία και την ελευθερία— σε μια πολιτική συχνότητα που δεν βρίσκεται πουθενά αλλού στα γραπτά τους. Μέσα σε ένα κινούμενο κυκεώνα επιχειρημάτων, αφορισμών και παρενθετικών παρατηρήσεων, όπου εναλάσσεται το διεισδυτικό με το ριψοκίνδυνο, το παιγνιώδες με το ευφυές, ανταλλάσονται θέσεις και αγνοούνται αντιφάσεις, χωρίς καμμία επιμονή στην συνέπεια. Κατ’ ουσίαν, κάθε στοχαστής αποκαλύπτει ένα διαφορετικό προφίλ. Ο Χορκχάιμερ, ιστορικά πιο πολιτικοποιημένος, ήταν πλέον ο πιο συντηρητικός, ρουφώντας τα άρθρα του περιοδικού Time για την Κίνα, αν και όχι στο σημείο ακόμα όπου θα συνέχαιρε τον Κάϊζερ για το γεγονός ότι προειδοποίησε για τον “κίτρινο κίνδυνο.” Αν και εξακολουθεί να κατηγορεί τη δύση για την αποτυχία της ρωσικής επανάστασης και απορρίπτει κάθε είδος ρεφορμισμού, η γενική του οπτική ήταν πλέον κοντινή με αυτή του Κοζέβ μια δεκατία αργότερα: “Δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτε περισσότερο από την ανθρωπότητα από ό,τι μια λίγο-πολύ φθαρμένη εκδοχή του αμερικανικού συστήματος.” Ο Αντόρνο, έχοντας περισσότερο αισθητικές τάσεις, αναδύεται παραδόξως ως ο πιο ριζοσπάστης: υπενθυμίζει στον Χορκχάιμερ την ανάγκη εναντίωσης στον Αντεναόυερ, και οραματίζεται το εγχείρημά τους ως ένα “αυστηρά λενινιστικό μανιφέστο”, ακόμα και σε μια περίοδο κατά την οποία “ο τρόμος είναι ότι για πρώτη φορά ζούμε σε ένα κόσμο στον οποίο δεν μπορούμε πια να φανταστούμε έναν καλύτερο.”

1. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ
Μάρτης 1956
Χορκχάιμερ: Η εργασία είναι αυτό που μεσολαβεί ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα. Η “διαδικασία του πολιτισμού” έχει φετιχοποιηθεί.
Αντόρνο: Στο κεφάλαιο για τον φετιχισμό του Μαρξ, η κοινωνική σχέση εμφανίζεται με τη μορφή της ανταλλακτικής αρχής, σαν να ήταν το ίδιο το πράγμα.
Χ.: Το εργαλείο γίνεται το βασικό πράγμα.
Α.: Αλλά το δικό μας καθήκον είναι να το εξηγήσουμε αναρωτούμενοι για την τελική απαρχή της εργασίας, να το αντλήσουμε από την αρχή της κοινωνίας, ώστε να πηγαίνει πέρα από τον Μαρξ. Επειδή η ανταλλακτική αξία φαίνεται να είναι απόλυτη, η εργασία που την δημιουργεί φαίνεται επίσης απόλυτη, και όχι ως το πράγμα για του οποίου τη χάρη [η ανταλλακτική αξία] βασικά υπάρχει. Στην πραγματικότητα η υποκειμενική διάσταση της χρηστικής αξίας αποκρύπτει την αντικειμενική ουτοπία, ενώ η αντικειμενικότητα της ανταλλακτικής αξίας αποκρύπτει τον υποκειμενισμό.
Χ.: Η εργασία είναι το κλειδί για να εξασφαλιστεί το “όλα θα πάνε καλά.” Αλλά αναγάγωντάς την σε θεϊκό στάτους, την αδειάζουμε από νόημα.
Α.: Πώς γίνεται η εργασία να αντιμετωπίζεται ως απόλυτο; Η εργασία υπάρχει για να μετριάζει τις δυσκολίες της ζωής, για να εξασφαλίζει την αναπαραγωγή της ανθρωπότητας. Η επιτυχία της εργασίας στέκεται σε προβληματική σχέση με την προσπάθεια που απαιτείται. Δεν αναπαράγει απαραίτητα ή μετά βεβαιότητας τις ζωές αυτών που εργάζονται αλλά μόνο αυτών που κάνουν τους άλλους να εργαστούν για αυτούς. Για να πειστούν οι άνθρωποι να εργαστούν πρέπει να τους εξαπατήσεις με τις μπαρούφες περί εργασίας ως πράγματος αυτού καθαυτού.
Χ: Αλλά έτσι γίνεται με την αστική τάξη. Δεν ήταν η στάση των Ελλήνων αυτή. Ο νεαρός εργάτης στη μοτοσυκλέτα αντιμετωπίζει την εργασία ως Θεό του γιατί του αρέσει να ανεβαίνει στη μοτοσυκλέτα τόσο πολύ.
Α.: Αλλά ακόμα και αν του αρέσει, η υποκειμενική αυτή ευτυχία παραμένει ιδεολογική.
Χ.: Αλλά αν του έλεγες για την ιδέα μας ότι υποτίθεται ότι είναι απολαυστική, θα το έβρισκε δύσκολο να το κατανοήσει και θα προτιμούσε να τον αφήσουμε ήσυχο.
Α.: Όλα αυτά είναι ψευδαισθήσεις.
X.: Και ναι και όχι. Απαιτεί πράγματι μεγάλη προσπάθεια.
Α.: Το ίδιο και η ανάβαση της μοτοσυκλέτας.
Χ: Αυτή είναι αντικειμενικά μετρήσιμη προσπάθεια. Είναι ευτυχής που την κάνει. Η πραγματική του απόλαυση με την ανάβαση της μοτοσυκλέτας είναι οι πρωκτικοί ήχοι που εκπέμπει. Φαινόμαστε απλώς ανόητοι αν προσπαθήσουμε να δώσουμε εξηγήσεις που είναι υπερβολικά ακριβείς.
Α.: Η εργασία εμφανίζεται όσο νωρίς όσο η Βίβλος.
Χ.: Αρχικά ως ανταλλακτική αρχή.
Α.: Αλλά παραμένει ασαφές γιατί η εργασία θα έπρεπε να επενδύεται με επιθυμία έτσι κι αλλιώς.
Χ: Είναι επίσης η χειρότερη τιμωρία για κάποιον να μην του επιτρέπεται να εργαστεί καθόλου.
Α.: Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης είναι τα κλειδιά για όλα αυτά τα πράγματα. Στην κοινωνία όπου ζούμε κάθε εργασία είναι σαν εργασία στα στρατόπεδα.
Χ.: Πρόσεξε, κινδυνεύεις να πλησιάσεις ςτην ιδέα της απόλαυσης της εργασίας. Η αχρηστία της εργασίας και η περιφρόνηση στερούν τους ανθρώπους από το ελάχιστο κομμάτι απόλαυσης που θα μπορούσαν να αντλήσουν από αυτή, αλλά δεν ξέρω αν αυτός είναι ο κρίσιμος παράγοντας. Καμμία ιδεολογία δεν επιβιώνει στα στρατόπεδα. Ενώ η κοινωνία μας επιμένει ακόμα ότι η εργασία είναι καλό πράγμα.
Α.: Πώς γίνεται η εργασία αυτοσκοπός; Αυτό χρονολογείται από εποχές πολύ πριν τον καπιταλισμό. Αρχικά, νομίζω, επειδή η κοινωνία αναπαρήγαγε τον εαυτό της μέσω της εργασίας, αλλά μετά σε κάθε ατομική περίπτωση η σχέση μεταξύ απτής εργασίας και αναπαραγωγής είναι νεφελώδης. Στην κοινωνικά χρήσιμη εργασία οι άνθρωποι ξεχνούν για ποιο λόγο είναι χρήσιμη. Η αφηρημένη αναγκαιότητα της εργασίας εκφράζεται από το γεγονός ότι η αξία αποδίδεται στην εργασία την ίδια.
Χ.: Δεν πιστεύω ότι οι άνθρωποι απολαμβάνουν φυσικά την εργασία, αδιάφορα από το αν η εργασία τους έχει σκοπό ή όχι. Αρχικά, η θέση του ανθρώπου είναι σαν αυτή ενός σκύλου που θέλεις να εκπαιδεύσεις. Θα προτιμούσε να επιστρέψει σε μια πρότερη κατάσταση ύπαρξης. Εργάζεται για να μην χρειάζεται να εργάζεται. Η πραγμοποίηση της εργασίας είναι ένα στάδιο στην διαδικασία που μας επιτρέπει να επιστρέψουμε στην παιδική ηλικία, αλλά σε υψηλότερο επίπεδο.
Α.: Έχει μια θετική και μια αρνητική πλευρά. Η θετική πλευρά βρίσκεται στην τελεολογία που η εργασία δύναται να καταστήσει πλεοναστική· η αρνητική πλευρά είναι ότι παραδιδόμαστε στον μηχανισμό της πραγμοποίησης, και στη διαδικασία ξεχνάμε το σημαντικότερο από όλα. Αυτό μετατρέπει ένα κομμάτι της διαδικασίας σε απόλυτο. Αλλά αυτό δεν είναι διαστροφή, εφόσον χωρίς αυτό η όλη διαδικασία δεν θα λειτουργούσε.
Χ.: Δεν είναι απλά θέμα ιδεολογίας αλλά επηρεάζεται επίσης από το γεγονός ότι μια ακτίνα φωτός από το τέλος [1] πέφτει πάνω στην εργασία. Βασικά οι άνθρωποι είναι υπερβολικά μυωπικοί. Παρερμηνεύουν το φως που πέφτει πάνω στην εργασία από τελικούς σκοπούς. Αντ’ αυτού, εκλαμβάνουν την εργασία ως εργασία ως το τέλος και έτσι βλέπουν την προσωπική τους επιτυχία στη δουλειά ως τον σκοπό αυτό. Αυτό είναι το μυστικό. Αν δεν το έκαναν αυτό, θα μπορούσε να υπάρξει αλληλεγγύη. Μια ακτίνα φωτός από το τέλος πέφτει πάνω στο μέσο με το οποίο μπορεί να επιτευχθεί. Είναι ακριβώς σαν να λατρεύεις το σπίτι στο οποίο μένει η ερωμένη αντί για την ίδια την ερωμένη. Παρεμπιπτόντως, αυτή είναι η πηγή κάθε ποίησης.
Α.: Η τέχνη στο σύνολό της είναι πάντα τόσο ψευδής όσο και αληθής. Θα πρέπει να μην παραδιδόμαστε στην ιδεολογία της εργασίας, αλλά δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι κάθε ευτυχία είναι δίδυμη της εργασίας.
Χ.: Η ακτίνα φωτός πρέπει να ανακλαστεί προς τα πίσω από μια πράξη αντίστασης.
Α.: Η ζωϊκή φάση κατά την οποία κάποιος δεν κάνει τίποτε απολύτως δεν μπορεί να ανακτηθεί.
Χ.: Η ευτυχία θα ήταν μια ζωώδης κατάσταση ειδωμένη από τη σκοπιά αυτού που έχει σταματήσει να είναι ζώο.
Α.: Τα ζώα θα μπορούσαν να μας διδάξουν τι είναι ευτυχία.
Χ.: Το να πετύχεις την κατάσταση του ζώου στο επίπεδο του στοχασμού —αυτό είναι η ελευθερία. Ελευθερία σημαίνει να μην χρειάζεται να εργάζεσαι.
Α.: Η φιλοσοφία πάντοτε επιβεβαιώνει ότι ελευθερία είναι να επιλέγεις μόνος σου την εργασία σου, να έχεις την κυριότητα κάθε φρικτού πράγματος.
Χ.: Αυτό είναι παράγωγο φόβου. Στην Ανατολή έχουν συνειδητοποιήσει ότι μια τέτοιου είδους ελευθερία δεν είναι τίποτε σπουδαίο, για αυτό και έχουν επιλέξει αντ’ αυτής τη δουλεία. Το βασικό σημείο εδώ είναι ότι πρέπει να νικήσει η δικαιοσύνη. Δεν βασίζονται ιδιαίτερα στην ελευθερία. Η ελευθερία θα σήμαινε επιστροφή σε μια διεσπαρμένη κατάσταση πραγμάτων σε υψηλότερο επίπεδο. Εφόσον ο πολιτισμός είναι ταυτόσημος με την εργασία, η ειδωλοποίηση του ενός είναι το ίδιο κακή με την ειδωλοποίηση του άλλου. Το χαωτικό, το διεσπαρμένο —αυτό θα ήταν η ευτυχία.

2. ΕΡΓΑΣΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ-Ι

12 Μάρτη, πρωί
Χορκχάιμερ: Ο Τέντι [2]  θέλει να διασώσει ένα ζεύγος εννοιών: θεωρία και πρακτική. Αυτές οι έννοιες είναι οι ίδιες ξεπερασμένες.
Αντόρνο: Χάσμα ανάμεσα στη δολοφονία των Εβραίων, την ταφή τους ενώ ήταν ζωντανοί γιατί δεν άξιζαν δεύτερη σφαίρα, και την θεωρία που αναμένεται να αλλάξει τον κόσμο.
Χ.: Δυο αντίθετα πιστεύω: η πίστη στην πρόοδο, που την ασπάζεται επίσης ο Μαρξισμός, και η άποψη ότι ιστορία δεν μπορεί να την κατορθώσει.
Α.: Αλλά δεν είναι αυτό το κέντρο της διαφωνίας μας.
Χ.: Η άποψή σου είναι ότι θα πρέπει να ζούμε τις ζωές μας με τέτοιο τρόπο που τα πράγματα να καλυτερεύσουν σε εκατό χρόνια. Λίγο-πολύ, αυτό λέει και ο ιερέας.
Α.: Η διαφωνία μας είναι για το αν η ιστορία μπορεί να πετύχει ή όχι. Πώς να ερμηνεύσουμε το “μπορεί”; Από τη μία, ο κόσμος περιέχει αρκετές ευκαιρίες για επιτυχία. Από την άλλη, τα πάντα είναι μαγεμένα, σαν να βρίσκονται κάτω από κάποιο ξόρκι. Αν μπορούσε να σπάσει το ξόρκι, τότε θα ήταν εφικτή η επιτυχία. Αν οι άνθρωποι θέλουν να πειστούμε ότι οι υπό προϋποθέσεις φύση του ανθρώπου θέτει όρια για την ουτοπία, αυτό είναι απλά αναληθές. Η δυνατότητα μιας εντελώς αδέσμευτης κοινωνίας παραμένει έγκυρη. Σε ένα κόσμο όπου ο άλογος πόνος έχει πάψει να υπάρχει, ο Σοπενάουερ έχει λάθος.
Χ.: Μακροπρόθεσμα δεν μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα. Η πιθανότητα της οπισθοδρόμησης είναι πάντα παρούσα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να απορρίψουμε και τον Μαρξισμό και την οντολογία. Ούτε το καλό ούτε το κακό δεν μένουν, αλλά το κακό έχει περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσει. Ο κριτικός νους πρέπει να απελευθερωθεί από ένα Μαρξισμό ο οποίος λέει ότι όλα θα πάνε καλά αν γίνεις σοσιαλιστής. Δεν μπορούμε να περιμένουμε τίποτε περισσότερο από την ανθρωπότητα από μια λίγο-πολύ παραφθαρμένη εκδοχή του αμερικανικού συστήματος. Η διαφορά ανάμεσά μας είναι ότι ο Τέντι διατηρεί ακόμα μια τάση για θεολογία. Οι δικές μου σκέψεις τείνουν να κινούνται στην κατεύθυνση του να λέω ότι οι καλοί πεθαίνουν. Κάτω απ’ τις συνθήκες, ο σχεδιασμός θα προσέφερε την καλύτερη προοπτική.
Α.: Αν το αποτέλεσμα του σχεδιασμού ήταν ότι θα έπαυαν να υπάρχουν ζητιάνοι, τότε ο ίδιος ο σχεδιασμός θα απαλασσόταν από την ακαμψία του, και το αποτέλεσμα θα ήταν αποφασιστική αλλαγή.
Χ.: Ίσως, αλλά η εκ νέου κατρακύλα στη βαρβαρότητα δεν είναι λιγότερο εννοήσιμη.
Α.: Η κατρακύλα στη βαρβαρότητα είναι πάντα επιλογή. Αν ο κόσμος ήταν τόσο καλά σχεδιασμένος που το κάθε τι που έκανε κάποιος υπηρετούσε όλη την κοινωνία με τρόπο διαφανή και αν οι άλογες δραστηριότητες εγκαταλείπονταν, θα ήμουν ευτυχής να δούλευα δυο ώρες τη μέρα ως συνοδός ασανσέρ.
Χ.: Μια τέτοιου είδους παραδοχή μας οδηγεί απευθείας στον ρεφορμισμό.
Α.: Η αναμόρφωση της κυβέρνησης δεν μπορεί να έλθει με ειρηνικά μέσα.
Χ.: Αυτό δεν είναι και τόσο σημαντικό. Μετά την επανάσταση δεν θα υπάρχει βεβαιότητα ότι δεν θα οπισθοδρομήσει εκ νέου. Τόσο ο Μαρξισμός όσο και ο αστικός κόσμος φροντίζουν να βεβαιωθούν ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιστρέψουν στην προ-πολιτισμένη φάση, τη φάση στην οποία ο άνθρωπος αναζήτησε καταφύγιο απ’ τη δουλειά επιστρέφοντας στην παιδική ηλικία.
Α.: Δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου.
Χ.: Ο άνθρωπος αξίζει κάτι μόνο εφόσον δουλεύει. Εδώ επεισέρχεται η έννοια της ελευθερίας.
Α.: Ελευθερία από την εργασία.
Χ.: Η ελευθερία δεν είναι ελευθερία να συσσωρεύεις, είναι το γεγονός ότι δεν χρειάζεται να συσσωρεύεις.
Α.: Αυτό μπορείς να το βρεις στον Μαρξ. Από τη μία πλευρά, ο Μαρξ φαντάστηκε την απελευθέρωση από την εργασία. Από την άλλη, η κοινωνική εργασία είναι κάτι που βλέπει λουσμένο με πολύ λαμπρό φως. Οι δύο ιδέες δεν συνδέονται σωστά. Ο Μαρξ δεν κριτίκαρε την ιδεολογία της εργασίας, γιατί χρειαζόταν την έννοια της εργασίας για να τακτοποιήσει τους λογαριασμούς του με την αστική τάξη.
Χ.: Χρειαζόμαστε μια διαλεκτική εδώ. Οι άνθρωποι καταστέλλουν τις χαοτικές τους ορμές που μπορεί να τους οδηγήσουν μακριά απ’ την εργασία. Αυτό είναι που τους κάνει να νιώθουν ότι η εργασία είναι ιερή.
Α.: Η ιδέα της ελευθερίας από την εργασία αντικαθίσταται από την δυνατότητα να διαλέξεις τη δουλειά σου. Ο αυτοκαθροσιμός σημαίνει ότι μέσα στην κατάμτηση εργασίας που ήδη θεμελιώνεται μπορώ να ξεγλιστρίσω στον τομέα που μου υπόσχεται τις μεγαλύτερες ανταμοιβές.
Χ.: Η ιδέα ότι η ελευθερία συνίσταται στον αυτοκαθορισμό είναι στην πραγματικότητα μάλλον αξιοθρήνητη, αν το μόνο που σημαίνει αυτό είναι ότι η δουλειά που κάποτε με διέταζε ο αφέντης μου να κάνω είναι η ίδια με τη δουλειά που τώρα αναζητώ να κάνω με τη δική μου ελεύθερη θέληση· ο αφέντης δεν καθόρισε τις δικές του πράξεις.
Α.: Η έννοια του αυτοκαθορισμού δεν έχει τίποτε να κάνει με την ελευθερία. Σύμφωνα με τον Καντ, αυτονομία σημαίνει να υπακούς τον εαυτό σου.
Χ.: Μια παρεξήγηση της φεουδαρχίας.
Α.: Μια απαραίτητη ψευδής συνείδηση· ιδεολογία.
Χ.: Γερμανικός ιδεαλισμός, αστική ιδεολογία: η απόλυτη θέση της φαινομενικής εμφάνισης του αυτοκαθορισμού στη φεουδαρχία από την θέση θέασης της αστικής τάξης.
Α.: Υπερβατική αντίληψη [3]: Η εργασία γίνεται απόλυτη. Η εργασία, που είναι μια προδιαγεγραμμένη σχέση μέσα στην κοινωνία επανερμηνεύεται ως ελευθερία.
Χ.: Οι βάρβαρες τιμωρίες στη σοβιετική ζώνη για ανθρώπους που αποτυγχάνουν να εκπληρώσουν τις νόρμες παραγωγικότητάς τους. Αυτό συνδέεται άμεσα με την ιδεολογία της κατανάλωσης και στα δύο μισά του κόσμου. Το αντίθετο της εργασίας γίνεται αντιληπτό ως τίποτε περισσσότερο από κατανάλωση.
Α.: Ο Καρλ Κράους είπε ότι ο άνθρωπος δεν δημιουργείται ως καταναλωτής ή ως παραγωγός αλλά ως ανθρώπινο ον. [4]
Χ.: Σήμερα οι άνθρωποι προτιμούν να μιλούν για κοινωνικούς συνεργάτες.
Α.: Όλες οι αντιθέσεις μπαίνουν στο ίδιο καλάθι στις μέρες μας.
Χ.: Είμαστε υπέρ του χαωτικού, αυτού που δεν έχει συμπεριληφθεί.
Α.: Δεν μπορείς να προτείνεις το χαωτικό. Παράδειγμα της αποπνικτικότητας του Έγκελς.
Χ.: Δεν έχουμε ακόμα ανακαλύψει γιατί θεωρείται πάντα να είναι τόσο φρικτό στην αστική κοινωνία, ήδη από τον καιρό της Ρώμης, για έναν άνθρωπο που φλέγεται από επιθυμία να ακουμπήσει το σώμα μιας γυναίας. Συνδέεται με το καλύτερο και το χειρότερο μέσα τους. Η αποστροφή απ’ τον κόσμο της ανταλλαγής έχει βρει καταφύγιο εδώ. Το μη αστικό υποτίθεται ότι αυτοσυντηρείται στην αγάπη.
Α.: Φαντάζομαι ότι τα αστικά σεξουαλικά ταμπού συνδέονται με το jus primae noctis [5].Οι γυναίκες πρέπει να αποκτήσουν το δικαίωμα να διαχειρίζονται οι ίδιες το σώμα τους. Οι άνθρωποι γίνονται ιδιοκτησία του εαυτού τους. Αυτό απειλείται από τη σεξουαλικότητα και αυτό εδραιώνει το σκηνικό για τον διαρκή πόλεμο ανάμεσα στα φύλα.
Χ.: Ο ορισμός του Καντ για τον γάμο [6]. Η αγάπη πιθανότατα περιέχει την ψευδή άρνηση της αστικής κοινωνίας.
Α.: Την αρνείται με ανήμπορο τρόπο, αναπαράγωντάς την μέσω της άρνησής της.
Χ.: Ο κόσμος κυριαρχείται από ένα μακρόσυρτο ύμνο στην εργασία, αλλά και αυτό επίσης δεν είναι απλά αρνητικό. Μακιαβέλι.
Α.: Η ευτυχία συνδέεται με την εργασία.
Χ.: Το χειρότερο πράγμα είναι να ανακατεύεις την εργασία με την ευτυχία.
Α.: Η προσπάθεια είναι ένα οργανικό κομμάτι της σεξουαλικής ευτυχίας. Είναι αλήθεια βέβαια ότι η εργασία είναι επίσης ευτυχία, αλλά δεν επιτρέπεται να το πούμε. Ή μήπως βρίσκουμε την ευτυχία μόνο στη δουλειά μας επειδή είμαστε οι ίδιοι αστοί;
Χ.: Φρόιντ. Ενόρμηση θανάτου.

Σημειώσεις
[2] Σ.τ.Μ: Χαιδευτικό του Αντόρνο.
[3] Στον Καντ πρόκειται για την καθαρά μορφική, αυθεντική, διαρκώς ταυτόσημη αυτοσυνείδηση η οποία προϋποτίθεται από όλες τις ιδέες και έννοιες. Βλ. Κριτική του καθαρού λόγου, μτφρ. Paul Guyer και Allen W. Wood, τμήμα 16, “Για την αυθεντική συνθετική ενότητα της αντίληψης”, Κέμπριτζ, 1997, σ. 246ff.
[4] Καρλ Κράους, Die Fackel, αρ. 406-12, 5 Οκτώβρη 1915, σ. 6.
[5] Σ.τ.Μ.: Το droit du seigneur, το θρυλικό μεσαιωνικό δικαίωμα του τοπικού άρχοντα να έχει την πρώτη νύχτα του γάμου με κάθε γυναίκα που παντρεύονταν οι υποτελείς του.
[6]Σύμφωνα με τον Καντ, ο γάμος είναι “η ένωση δύο προσώπων διαφορετικών φύλων με σκοπό την εφ όρου ζωής ιδιοκτησία των σεξουαλικών χαρακτηριστικών του ενός από τον άλλο.” Μεταφυσική της ηθικής, επιμ. Mary Gregor, Κέμπριτζ 1996, σ. 62.


3. ΕΡΓΑΣΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ-ΙI

12 Μάρτη, απόγευμα
Χορκχάιμερ.: Θέση: Στις μέρες μας έχουμε αρκετές παραγωγικές δυνάμεις· προφανώς, θα μπορούσαμε να εφοδιάσουμε όλο τον κόσμο με αγαθά και μετά να προσπαθήσουμε να καταργήσουμε τη δουλειά ως αναγκαιότητα για τους ανθρώπους. Σ’ αυτή την κατάσταση, το όνειρο της ανθρωπότητας είναι η κατάργηση τόσο της εργασίας όσο και του πολέμου. Το μόνο μειονέκτημα είναι ότι οι Αμερικανοί θα πουν ότι αν το κάνουμε αυτό, θα οπλίσουμε τους εχθρούς μας. Και στην πραγματικότητα, υπάρχει ένα είδος κυρίαρχο στρώματος στην Ανατολή σε σύγκριση με το οποίο ο Τζον Φόστερ Νταλς [7]  είναι ένας αξιαγάπητος αθώος.
Αντόρνο: Θα πρέπει να συμπεριλάβουμε μια συζήτηση για την αντίρρηση: τι θα κάνει ο κόσμος με όλο τον ελεύθερό του χρόνο;
Χ.: Στην πραγματικότητα, ο ελεύθερός τους χρόνος δεν τους κάνει καλό γιατί ο τρόπος με τον οποίο αναγκάζονται να εργαστούν δεν συμπεριλαμβάνει την εμπλοκή με αντικείμενα. Αυτό σημαίνει ότι δεν εμπλουτίζονται από την συνάντησή τους με τα αντικείμενα. Εξαιτίας της απουσίας αληθινής εργασίας, το υποκείμενο συρρικνώνεται και στον ελεύθερό του χρόνο είναι ένα τίποτε.
Α.: Επειδή οι άνθρωποι πρέπει να εργάζονται τόσο σκληρά, υπάρχει μια έννοια κατά την οποία ξοδεύουν τον ελεύθερό τους χρόνο επαναλαμβάνοντας εμμονικά τις προσπάθειες που απαιτήθηκαν απ’ τους ίδιους. Δεν πρέπει να αντιτιθέμεθα στην εργασία απόλυτα.
Χ.: Θα έπρεπε να χτίσουμε ένα είδος προγράμματος για μια νέα μορφή πρακτικής. Στην Ανατολή, οι άνθρωποι καταντούν ζώα που φορτώνονται. Οι κούληδες μάλλον χρειαζόταν να κάνουν λιγότερη εργασία από ό,τι οι σημερινοί εργάτες σε 6-7 ώρες.
Α.: “Κανένας βοσκός και ένα κοπάδι.”[8] Ένα είδος ψευδούς αταξικής κοινωνίας. Η κοινωνία βρίσκεται στον δρόμο που φαίνεται να οδηγεί στην τέλεια αταξική κοινωνία αλλά στην πραγματικότητα είναι το ακριβώς αντίθετο.
Χ.: Αυτό είναι υπερβολικά αντιδραστικό. Θα πρέπει ακόμα να μπορούμε να πούμε κάτι για να εξηγήσουμε γιατί η ανθρωπότητα έπρεπε να περάσει από αυτό το ατομικιστικό στάδιο πολιτισμού. Στις μέρες μας οι άνθρωποι λένε: φερθείτε μας καλά και η παραγωγικότητα θα αυξηθεί. Το γεγονός ότι αυτό λέγεται ανοιχτά αξίζει αρκετής ενασχόλησης το ίδιο.
Α.: Ο λόγος που όλο αυτό το ζήτημα του ελεύθερου χρόνου είναι τόσο ατυχές είναι ότι οι άνθρωποι μιμούνται ασυνείδητα την εργασιακή διαδικασία, ενώ αυτό που πραγματικά θέλουν είναι να σταματήσουν να εργάζονται εντελώς. Η ευτυχία προαπαιτεί απαραίτητα το στοιχείο της προσπάθειας. Βασικά, θα πρέπει να μιλήσουμε και πάλι στην ανθρωπότητα όπως στον 18ο αιώνα: υπερασπίζεστε ένα σύστημα που απειλεί να σας καταστρέψει. Η αναφορά στις τάξεις δεν θα αποδώσει πλέον, εφόσον σήμερα είστε όλοι στην πραγματικότητα προλετάριοι. Πρέπει κανείς να σκεφτεί πολύ για το σε ποιον απευθύνεται.
Χ.: Στον δυτικό κόσμο.
Α.: Δεν γνωρίζουμε τίποτε για την Ασία.
Χ.: Τι να πούμε στον δυτικό κόσμο; Πρέπει να δώσετε τροφή στην Ανατολή;
A.: Την εισαγωγή ενός πλήρως αναπτυγμένου σοσιαλισμού, τρίτης φάσης σε διάφορες χώρες. Τα πάντα εξαρτώνται από αυτό. Τι θα λεγες για το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος ως βασικό θέμα για παραλλαγές;
Χ.: Η παγκόσμια κατάσταση είναι ότι τα πάντα μοιάζουν να καλυτερεύουν, αλλά οι απελευθερωτές του κόσμου μοιάζουν όλοι με τον Τσέζαρε Βοργία.
Α.: Έχω την αίσθηση ότι κάτω από το λάβαρο του Μαρξισμού, η Ανατολή μπορεί να υπερνικήσει τον δυτικό πολιτισμό. Αυτό θα σήμαινε μια μετατόπιση σε όλη τη δυναμική της ιστορίας. Ο Μαρξισμός υιοθετείται στην Ασία με πολύ παρόμοιο τρόπο με αυτόν που ο Χριστιανισμός υιοθετήθηκε κάποτε στο Μεξικό. Και η Ευρώπη επίσης θα καταποθεί σε κάποιο σημείο στο μέλλον.
Χ.: Νομίζω ότι η Ευρώπη και η Αμερική είναι πιθανότατα οι καλύτεροι πολιτισμοί που η ιστορία έχει ως τώρα παράξει σε ό,τι αφορά την ευημερία και τη δικαιοσύνη. Το βασικό θέμα τώρα είναι να διαφυλάξουμε αυτά τα κέρδη. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν παραμείνουμε ανηλεώς κριτικοί απέναντι σ’ αυτόν τον πολιτισμό.
Α.: Δεν μπορούμε να επικαλούμαστε την υπεράσπιση του δυτικού κόσμου.
Χ.: Όχι, γιατί αυτό θα τον κατέστρεφε. Αν υπερασπιζόμασταν τους Ρώσους, θα ήταν σαν να βλέπαμε την εισβολή των τευτονικών ορδών ως ηθικά ανώτερη της [ρωμαϊκής] δουλεμπορικής οικονομίας. Η Δύση φταίει που η ρωσική επανάσταση πήρε το δρόμο που πήρε. Φοβάμαι πάντα φριχτά ότι αν αρχίσουμε να μιλάμε για πολιτική, θα παραχθεί το είδος συζήτησης που ήταν συνηθισμένο στο Ινστιτούτο.
Α.: Η συζήτηση θα πρέπει να αποφεύγει με κάθε κόστος την εκχυδαϊσμένη μορφή του Μαρξισμού. Αυτή συνδέθηκε με ένα συγκεκριμένο είδος θετικιστικής τακτικής, δηλαδή τον ακραιφνή διαχωρισμό ανάμεσα στις ιδέες και την ουσία.
Χ.: Πήρε τη μορφή μιας υπερβολικής επιμονής στην διατήρηση της ορολογίας.
Α.: Αλλά αυτό χρειάζεται να ειπωθεί. Μιλούν ακόμα λες και μια ακροαριστερή φράξια ήταν έτοιμη να ξαναενωθεί με το Πολιτμπιρό την επαύριο.
Χ.: Τι γίνεται με τα υπονοήματα αυτού του πράγματος για τη δική μας ορολογία; Μόλις αρχίσουμε να διαφωνούμε με τους Ρώσους για ορολογία πάμε χαμένοι.
Α.: Από την άλλη όμως, δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε τη μαρξιστική ορολογία.
Χ.: Δεν έχουμε τίποτε άλλο. Αλλά δεν είμαι βέβαιος πόσο πρέπει να την διατηρήσουμε. Παραμένει το πολιτικό ζήτημα συναφές σε καιρούς όπου δεν μπορείς να δράσεις πολιτικά;
A.: Από τη μία είναι ιδεολογία· από την άλλη, όλες οι διαδικασίες που μπορούν να οδηγήσουν σε αλλαγή είναι πολιτικές διαδικασίες. Η πολιτική είναι τόσο ιδεολογία όσο και αυθεντική πραγματικότητα.
Χ.: Μίλησες στην υποτακτική· προφανώς δεν πιστεύεις στα αλήθεια σ’ αυτές τις διαδικασίες.
Α.: Το πιο προσωπικό μου συναίσθημα είναι ότι αυτή τη στιγμή όλα έχουν κλείσει, αλλά ότι όλα μπορούν να αλλάξουν σε μια στιγμή. Η δική μου πεποίθηση είναι η ακόλουθη: η κοινωνία αυτή δεν κινείται στην κατεύθυνση του κράτους πρόνοιας. Αποκτά όλο και μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στους πολίτες της, αλλά ο έλεγχος αυτός αυξάνεται σε συνάρτηση με την αύξηση του παραλογισμού της. Και είναι θεμελιώδης ο συνδυασμός των δύο. Όσο παραμένει αυτή η ένταση, δεν μπορείς να φτάσεις στην ισορροπία που θα χρειαζόταν για να μπει τέλος σε κάθε αυθορμητισμό. Δεν μπορώ να φανταστώ ένα κόσμο εντατικοποιημένο στο σημείο τρέλας χωρίς να απελευθερώνονται αντικειμενικές δυνάμεις αντίστασης.
Χ.: Εγώ όμως μπορώ. Γιατί η ανθρωπότητα αυτοκαταστρέφεται. Ο κόσμος είναι τρελός και θα παραμείνει τρελός. Όταν φτάνουμε εκεί, το βρίσκω εύκολο να πιστέψω ότι το σύνολο της παγκόσμιας ιστορίας είναι απλώς μια μύγα που παγιδεύτηκε στις φλόγες.
Α.: Ο κόσμος δεν είναι απλώς τρελός. Είναι τρελός και λογικός μαζί.
Χ.: Το μόνο πράγμα που αντιτίθεται στον πεσιμισμό μου είναι το γεγονός ότι συνεχίζουμε να σκεφτόμαστε σήμερα. Όλη η ελπίδα επαφίεται στη σκέψη. Αλλά είναι εύκολο να σκεφτείς ότι μπορεί να τελειώσουν όλα.
Α.: Και ότι δεν θα συνεχίσει κανείς να σκέφτεται. Αλλά ακόμα και ο κύριος Αϊζενχάουερ δεν θα μπορεί να επιλέξει τον Νίξον για συνυποψήφιό του εξαιτίας του φόβου ενός προληπτικού πολέμου.[9]
Χ.: Ίσως. Αλλά τι είναι αυτό σε σύγκριση με τον φόνο είκοσι εκατομμυρίων Κινέζων; [10]
Α.: Το γεγονός είναι ότι υπάρχει μια εξουσία που έχει την ικανότητα να αποφύγει την ολοκληρωτική καταστροφή. Σ’ αυτή την εξουσία μπορούν να γίνουν εκκλήσεις. Είναι το ένστικτο των αμερικανών ψηφοφόρων που θα αρνηθεί να ανεχτεί τον Ρίτσαρντ Νίξον ως αντιπρόεδρο.
Χ.: Αυτή είναι ρεφορμιστική θέση.
Α.: Έχω την αίσθηση ότι αυτό που κάνουμε δεν είναι χωρίς αποτελέσματα.
Χ.: Λίγο-πολύ, ανάλογα με το αν έχουμε μια ξεκάθαρη ιδέα του τι πρέπει να γίνει. Δεν μπορούμε να βασιστούμε στην υπόθεση ότι ο κόσμος θα εξακολουθήσει να έχει αναμνήσεις του σοσιαλισμού. Αυτό εύκολα μπορεί να οδηγήσει στην επηρμένη κριτική του είδους που άσκησαν ο Μαρξ και ο Καρλ Κράους, όπου έχεις την αίσθηση ότι η κριτική τους βασίζεται σε μια λανθασμένη θεωρία. Αυτό ενδυναμώνει απλώς τους κακούς. Αυτό που εμπνέει επιφυλάξεις για τον Κράους είναι ένα είδος έπαρσης, γιατί οτιδήποτε θεμελιώνει τη θέση του είναι κάτι που δεν μπορούμε να εγκρίνουμε. Πρέπει να υπερασπιστούμε την άποψη ότι η Δύση πρέπει να παράγει ώστε να μην πεινά κανείς.
Α.: Αυτό πρέπει πρώτα να εφαρμοστεί στη Δύση.

Σημειώσεις
[7] Σ.τ.Μ: Υπουργός εσωτερικών στην κυβέρνηση Άιζενχαουερ από το 1953 έως το 1959. Γνωστός για την επιθετική αντικομμουνιστική του πολιτική. Ενεπλάκη, μέσω της ΣΙΑ, στην ανατροπή της κυβέρνησης Μοσαντέ στο Ιράν το 1953 και της κυβέρνησης Αρμπένζ στη Γουατεμάλα το 1954.
[8] “Κανένας βοσκός και ένα κοπάδι. Όλοι θέλουν το ίδιο πράγμα. Τα πάντα είναι ίδια. Όποιος σκέφτεται διαφορετικά πηγαίνει εθελοντικά στο τρελάδικο.” Φρίντριχ Νίτσε, Τάδε Έφη Ζαρατούστρα, Χάρμοντσγουορθ 1961, σ. 46.
[9] Πιθανώς, αναφορά τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 1956.
[10] Ο Χορκχάϊμερ αναφέρεται πιθανότατα σε ένα ανατριχιαστικό κεντρικό άρθρο στο περιοδικό Time: “Κίνα: Η κορυφή του κύματος του τρόμου”, 5 Μαρτίου 1956· το τεύχος βρισκόταν στο αρχείο του.


4. Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ
13 Μάρτη, πμ
Χορκχάιμερ: Δεν νομίζω ότι τα πράγματα θα καταλήξουν καλά, αλλά η ιδέα ότι μπορεί και να καταλήξουν καλά είναι κρίσιμης σημασίας.
Αντόρνο: Αυτό συνδέεται με την λογική. Οι άνθρωποι κάνουν πράγματα με πολύ χειρότερο τρόπο από ότι τα ζώα, αλλά η ιδέα ότι τα πράγματα θα μπορούσε να είναι διαφορετικά πέρασε μόνο απ' τον ανθρώπινο νου.
Χ.: Από ανθρώπους ατομικά, όχι την ανθρωπότητα.
Α.: Δεν είναι τυχαίο αυτό; Αυτό που είναι ζωτικό είναι ότι το είδος συγκροτείται με τέτοιο τρόπο ώστε να προωθεί την ιδέα της μονιμότητας, και αυτό το οδηγεί στην περαιτέρω ιδέα ότι η βία δεν είναι απαραίτητη. Όταν αρχίζεις να στοχάζεσαι το μοτίφ της αυτοσυντήρησης, πρέπει απαραίτητα να προχωρήσεις πέρα από αυτό, γιατί σύντομα συνειδητοποιείς ότι η χωρίς αναστολές αυτοσυντήρηρηση καταλήγει πάντα σε καταστροφή.
Χ.: Το βρίσκω αποκρουστικό όταν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι μόνο αν όλοι συμφωνούσαν θα μπορούσε να επιτευχθεί κάτι σημαντικό. Στην πραγματικότητα το σύνολο της φύσης θα πρεπε να τρέμει με τη σκέψη. Η αλήθεια είναι αντιθέτως ότι τα πράγματα θα πάνε καλά μόνο εφόσον ο ένας κρατά τον άλλο υπό έλεγχο.
A.: Αυτό θα ίσχυε για την αδερφότητα ανάμεσα στους ηγέτες, το παγκόσμιο μονοπώλιο. Θα ήταν καλύτερα αν το κατόρθωναν οι λαοί.
Χ.: Αυτό θα ήταν εξίσου κακό. Κάθε γενιά πρέπει να εκπολιτίζεται εξ αρχής.
Α.: Δεν το πιστεύω απόλυτα αυτό. Πιστεύω ότι υπάρχει μια είδους προοδευτική διαδικασία ανώτερης διαφοροποίησης. Οι άνθρωποι γίνονται Κρούστσεφ μόνο επειδή τους χτυπούν κατακέφαλα.
Χ.: Αυτή ακριβώς είναι η θέση του Χέρμπερτ Μαρκούζε.
Α.: Δεν πιστεύω ότι οι άνθρωποι είναι κακοί όταν έρχονται στον κόσμο.
Χ.: Δεν είναι ούτε καλοί ούτε κακοί. Απλώς θέλουν να επιβιώσουν.
Α.: Δεν είναι και τόσο κακοί εκ φύσεως.
Χ.: Ο τρόπος με τον οποίο έχει τεθεί ως τώρα αυτό είναι μια προκατάληψη. Η προκατάληψη είναι πάντα η πίστη στο κακό. Δεν πρόκειται οι άνθρωποι να καταλάβουν ο ένας τον άλλο και όλα να είναι ειδυλλιακά. Αλλά θα πρέπει να διασώσουμε την ιδέα που εκφράζεις εδώ.
Α.: Δεν είναι αυτό που οι άνθρωποι κάνουν στη φύση μια προβολή αυτού που κάνουν ο ένας στον άλλο; Να χτυπούν τον εξωτερικό κόσμο επειδή πάντοτε νιώθουν εξευτελισμένοι;
X.: Είναι πιθανό. Η ανημπόρια αυτής της ιδέας συνδέεται με το γεγονός ότι ως τώρα έχει διατυπωθεί άσχημα. Ίσως είναι απαραίτητο να δωθεί συνειδητή έκφραση σε ένα λάθος στο οποίο πιστεύει κάποιος. Όπως είπε ο Καντ: πρέπει κάποιος να πιστεύει, ενάντια στη λογική του. [11]
Α.: Οι απόπειρες διαμεσολάβησης στα γραπτά του είναι πολύ τεχνητές.
Χ.: Το ερώτημά μας είναι, για ποιου συμφέρον γράφουμε, τώρα που δεν υπάρχει πια κόμμα και που η επανάσταση έγινε τόσο απίθανη προοπτική; Η απάντησή μου θα ήταν ότι θα πρέπει να μετρήσουμε το παν με βάση την ιδέα ότι όλα θα έπρεπε να είναι καλά. Πιθανότατα, θα είναι αδύνατο να κάνουμε οτιδήποτε άλλο. Συνδέεται όλο αυτό με τη γλώσσα. Κάθε τι που ανήκει στη διάνοια συνδέεται με τη γλώσσα. Στη γλώσσα είναι που μπορεί να αρθρωθεί η ιδέα ότι όλα θα έπρεπε να είναι καλά.
Α.: Η γλώσσα δεν έχει σημασία για τον Μαρξ, είναι θετικιστής. Ο Καντ δεν είναι απλώς ιδεολογία. Η δουλειά του περιέχει σε κάποιο σημείο μια έκκληση στο είδος, την ανθρωπότητα σε αντίθεση με τους περιορισμούς του συγκεκριμένου. Στη φιλοσοφία του η ιδέα της ελευθερίας ορίζεται ως ιδέα της ανθρωπότητας. Υπάρχει επίσης η υπονοημένη πρόταση ότι το ερώτημα για το αν οι άνθρωποι είναι απλώς φυσικά όντα συνδέεται ουσιαστικά με τη σχέση με τη φύση που χαρακτηρίζει το απομονωμένο άτομο. Είχε ήδη προσέξει ότι η έννοια της ελευθερίας δεν βρίσκεται στο απομονωμένο υποκείμενο, αλλά μπορεί να συλληφθεί μόνο σε σχέση με τη συγκρότηση της ανθρωπότητας ως συνόλου. Η ελευθερία στην πραγματικότητα συνίσταται μόνο στην πραγματοποίηση της ανθρωπότητας ως τέτοιας. 

Σημείωση
[11] Στην εισαγωγή της δεύτερης έκδοσης της Κριτικής του καθαρού λόγου ο Καντ δηλώνει: "Έτσι, έπρεπε να αρνηθώ τη γνώση για να δημιουργήσω χώρο για την πίστη..." Κριτική του καθαρού λόγου, σ. 117.


5. Η ΨΕΥΔΗΣ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ
15 Μάρτη, πμ

Χορκχάιμερ: Οι αστοί δεν κατορθώνουν απόλυτα να γίνουν φεουδάρχες· δημιουργούν την δική τους αριστοκρατία με την εργασία τους. Θεωρώ ότι οι άνθρωποι μπορούν να ξεπεράσουν κάτι μόνο όταν έχουν πλήρως παραδοθεί σ’ αυτό ιδεολογικά. Αυτό εξηγεί τους ύμνους στην εργασία και το γεγονός ότι ο κόσμος έχει τόσο πάθος με την οδήγηση μοτοσυκλέτας. Οι άνθρωποι δεν είναι τίποτε άλλο παρά εργάτες.
Αντόρνο: Νιώθουν ότι η ίδια η αποκρυσταλλωμένη εργασιακή τους δύναμη βρίσκεται στη διάθεσή τους. Απόλαυση όταν οδηγείς μοτοσυκλέτα: κάν’ το μόνο σου, το να κινείσαι γρήγορα.
Χ.: Η ταχύτητα είναι μια όψη της εργασίας, το να επιταχύνεις τη διαδικασία.
A.: Η απόλαυση της ταχύτητας είναι υποκατάστατο για την απόλαυση της εργασίας.
Χ.: Εργασία στις φυλακές. Όταν η εργασία χρησιμοποιείται ως τιμωρία είναι δύσκολο να την εμποδίσεις απ’ το να γίνει απόλαυση σε πείσμα του οτιδήποτε. Πρέπει να την κάνεις όσο δυσάρεστη γίνεται.
Α.: Όσο πιο περιττή γίνεται μια εργασία, τόσο χειρότερη γίνεται, τόσο καταντά ιδεολογία.
Χ.: Και τόσο πιο πολύ εφαρμόζεται στρεβλά. Η εργασία σήμερα δεν είναι περιττή εφόσον ο κόσμος πεινά ακόμα. Η εργασία είναι διαστροφική. Αυτοματισμός. Θα πρέπει να προσπαθούμε περισσότερο να βοηθούμε τους άλλους, να εξάγουμε τα σωστά αγαθά στους σωστούς ανθρώπους, να αναζητούμε θεραπείες για τους ασθενείς. Στις μέρες μας υπάρχει μια ψευδής κατάργηση της δουλειάς.
Α.: Καταντά να είναι η παραγωγή για χάρη της παραγωγής.
Χ.: Δεν με ενδιαφέρει στο παραμικρό να στέλνω διαστημόπλοια στο φεγγάρι.
Α.: Δεν υπάρχει τίποτε ιερό στην τεχνολογία.
Χ.: Ο Μαρξ ήδη είχε την ιδέα ότι σε μια ψευδή κοινωνία η τεχνολογία αναπτύσσεται λανθασμένα.
Α.: Υπάρχουν ατελείωτα πεδία όπου θα μπορούσε η τεχνολογία να εφαρμοστεί σωστά. Τα αγαθά που είναι διαθέσιμα στις μέρες μας είναι ένα είδος ψευδο-καταναλωτικών αγαθών. Η ανταλλακτική αξία αντικαθιστά την χρηστική.
Χ.: Οι διαφημίσεις αρέσουν στον κόσμο. Κάνει αυτό που του λένε οι διαφημίσεις και το ξέρει πως αυτό κάνει. Αμερικάνικα περιοδικά και κόμικ.
Α.: Αν έλεγα στον πατέρα μου ότι η μαζική κουλτούρα είναι ψευδής, θα έλεγε: μα την απολαμβάνω. Η αποκήρυξη της ουτοπίας σημαίνει το να αποφασίζεις με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπέρ ενός πράγματος αν και ξέρεις εντελώς ξεκάθαρα ότι είναι απάτη. Εκεί βρίσκεται η ρίζα του προβλήματος.
Χ.: Γιατί η δύναμη που χρειάζεται για να κάνεις το σωστό κρατιέται με λουρί. Αν διατυπώνουμε τα θέματα καθώς μιλάμε, ακούγονται όλα υπερβολικά εριστικά. Ο κόσμος μπορεί να πει ότι οι απόψεις μας είναι μόνο λόγια, ότι είναι απλώς οι δικές μας αντιλήψεις. Σε ποιον να τα πούμε αυτά τα πράγματα;
A.: Δεν προτείνουμε κανένα συγκεκριμένο τρόπο δράσης. Αυτό που θέλουμε είναι αυτοί που διαβάζουν όσα γράφουμε να νιώθουν να πέφτουν οι παρωπίδες απ’ τα μάτια τους.
Χ.: Ο κόσμος θα πει, ε, αυτοί είναι απλώς φιλόσοφοι που μιλάνε. Αλλιώς, πρέπει να είσαι σαν τον Χάιντεγκερ και να μιλάς σαν μαντείο. Πρέπει να λύσουμε το πρόβλημα θεωρίας και πρακτικής με το ύφος μας. Πρέπει να βεβαιωθούμε ότι ο κόσμος δεν θα λέει απλώς “Θεέ μου, αυτά που λένε κάνουν τα πάντα να ακούγονται πολύ άσχημα, αλλά δεν το εννοούν στα αλήθεια έτσι, ακόμα και όταν φωνάζουν και βρίζουν.” Όλα αυτά συνδέονται με το ότι δεν υπάρχει πλέον κόμμα.
Α.: Δεν βλέπω διέξοδο, εκτός απ’ το να κάνουμε αυτούς τους προβληματισμούς ρητούς. Υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος γραφής που προσβάλλει συγκεκριμένα ταμπού. Πρέπει να βρεις το σημείο που πληγώνει. Να προσβάλλεις σεξουαλικά ταμπού.
Χ.: Μαρκούζε, πρόσεχε.
Α.: Ο εστιασμός στην γενετήσια ζώνη [genitality] έχει ένα στοιχείο εχθρικότητας προς την απόλαυση.
Χ.: Εγώ νομίζω το αντίθετο. Όσο πιο ανυπόμονος είναι κάποιος να σπάσει το ταμπού, τόσο πιο αβλαβές είναι. Όσο πιο συγκεκριμένα στοχεύεις, τόσο πιο ισχυρό το αποτέλεσμα.. Γίνε μέλος της Ένωσης Χριστιανοδημοκρατών, αλλά κάνε το εφικτό αυτό και για τους αποστάτες. Πρέπει να είναι κάποιος πολύ γειωμένος, μετρημένος και προσεκτικός ώστε να μη δημιουργείται η εντύπωση ότι το ένα ή το άλλο είναι εκτός πραγματικότητας. Πρέπει να υλοποιήσουμε την απώλεια του κόμματος λέγοντας, στην ουσία, ότι είμαστε στην ίδια κατάσταση με πριν αλλά ότι παίζουμε το σκοπό με τον τρόπο που πρέπει να παιχτεί σήμερα.
Α.: Υπάρχει κάτι σαγηνευτικό στην ιδέα —αλλά ποιος είναι ο σκοπός;
X.: Αν μπορούσαμε μόνο να πούμε ότι μαχόμαστε στα μετόπισθεν. Θα μπορούσαμε ίσως να επισημάνουμε ότι οι άνθρωποι δεν έχουν ακόμα επίγνωση ότι κατευθύνονται προς μια κατάσταση σε σύγκριση με την οποία ο ναζισμός ήταν μια σχετικά χαμηλών τόνων υπόθεση. Αν λέγαμε στους σοσιαλδημοκράτες σήμεα ότι πρέπει να γίνουν κομμουνιστές, αυτό θα ήταν αρκετά άκακο. Αλλά αν τους λέγαμε ότι πρόδωσαν τα αστικά ιδεώδη, αυτό θα έπαυε να είναι άκακο, γιατί οι σοσιαλδημοκράτες εκπροσωπούν την καλή συνείδηση του κόσμου μας. Δεν θέλουμε να λέει ο κόσμος ότι γραπτά μας είναι τόσο φρικτά ριζοσπαστικά. Όποιος δεν δουλεύει δεν πρέπει να επιτρέπεται να τρώει —αυτό είναι το σημείο στο οποίο πρέπει να επιτεθούμε στους σοσιαλδημοκράτες. Δεν πρέπει να λέμε “δεν θέλατε την δικτατορία του προλεαριάτου" αλλά “προδώσατε την ανθρωπότητα”. Το να προφέρεις απλώς τις λέξεις “δικτατορία του προλεταριάτου” είναι πράξη συμμαχίας με τον Κάρλο Σμιντ και τον Μάο Τσετούγκ.
Α.: Nomina sunt odiosa, τα ονόματα πονάνε.
Χ.: Η ριζοσπαστικότητα της διατύπωσης αφαιρεί από την πρόταση την ριζοσπαστικότητά της.

Σημείωση
[12] Κάρλο Σμιντ (1896-1976): Ηγετικό στέλεχος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.


6. ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΑΠΤΟ
15 Μάρτη, πρωί

Χορκχάιμερ: Θα αναδυθεί ένας Βοναπάρτης στη Ρωσία που θα κατακτήσει τα πάντα, και σε 500 χρόνια όλα θα είναι φίνα. Αυτός είναι ο τρόπος σκέψης του Μαρκούζε.
Αντόρνο: Ίσως να δημιουργηθεί ένα άλλο κόμμα σ’ αυτή ή την άλλη χώρα κάποια στιγμή στο μέλλον.
Χ.: Δεν μπορούμε να αφήσουμε ανοιχτό το ερώτημα του σε τι πιστεύουμε. Το τμήμα για την εργασία θα πρέπει να περιέχει μια παρέκβαση για τους ουτοπιστές. Για τον Μαρξ το μέτρο μέτρο σύγκρισης ήταν ο περιορισμός του χρόνου εργασίας. Εμείς έχουμε μια πολύ πιο παράδοξη άποψη για αυτό.
Α.: Οι ουτοπιστές στην πραγματικότητα δεν ήταν καθόλου ουτοπιστές. Όμως δεν πρέπει να δώσουμε την εικόνα μιας θετικής ουτοπίας.
Χ.: Ιδιαίτερα όταν κάποιος βρίσκεται τόσο κοντά στην απελπισία.
Α.: Δεν θα το λεγα αυτό. Πιστεύω ότι επειδή τα πάντα είναι τόσο προφανή θα αναδυθεί μια νέα πολιτική αρχή.
Χ.: Οι ακροατές θα πρέπει να μπορούν να ακούσουν από τον τόνο [μας] ότι το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι απλά να το πούμε αυτό χωρίς να προσθέτουμε τίποτε.
Α.: Η πίστη ότι θα έρθει είναι ίσως κάπως υπερβολικά μηχανιστική. Μπορεί να έρθει· το αν θα έρθει ή αν θα πάει στα κομμάτια είναι τρομερά δύσκολο να προβλεφθεί.
Χ.: Όλα αυτά που συζητάμε είναι υπερβολικά αφηρημένα για το γούστο μου. Τι άποψη, για παράδειγμα, πρέπει να έχουμε για την Αμερική;
Α.: Πρέπει να προσθέσουμε πως πιστεύουμε ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε καλά στο τέλος.
Χ.: Ο κόσμος θέλει να είμαστε πολύ πιο ρητοί στις διατυπώσεις μας. Η κριτική μας πρέπει να ξεκαθαρίσει ότι τίποτε δεν πρόκειται να γίνει εκτός και αν κάποιοι το κάνουν να γίνει. Το ύφος μας πρέπει να αποκαλύπτει ότι θεωρούμε πως μπορεί να γίνει. Θα πρέπει να γράψουμε με το ύφος μιας πιθανής αντιπολίτευσης μέσα στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Πρέπει να είμαστε με την Αμερική ή εναντίον της; Υπέρ ή εναντίον της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης; Το να γελοιοποιείς τον αμερικάνικο καταναλωτισμό είναι ατιμωτικό εκτός αν ο αναγνώστης μπορεί με κάποιο τρόπο να κατανοήσει πώς θα πρέπει να βλέπει τέτοιου είδους πράγματα. Αλλιώς, είναι απλά κακομεταχείριση. Το ένστικτό μου είναι να μη λέω τίποτε αν δεν υπάρχει τίποτα που να μπορώ να κάνω. Όπως βλέπεις εσύ τα πράγματα, το χρέος μας είναι το λιγότερο να αναδείξουμε την ουτοπία [που υπάρχει] στο αρνητικό της εικόνας. Εγώ θα ήθελα να σπρώξω τα πράγματα προς το σημείο όπου θα υπάρχει μεγαλύτερη σαφήνεια στην σχέση ανάμεσα σε μια τέτοια ουτοπία και στην τωρινή πραγματικότητα.
Α.: Αν προτιμώ να γράφω για τη μουσική, είναι επειδή έχω στη διάθεσή μου όλες τις διαμεσολαβητικές κατηγορίες. Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί για την φιλοσοφία. Αλλά δεν έχουμε τέτοιες κατηγορίες όταν ασχολούμαστε με τις εσωτερικές εξελίξεις στα πολιτικά κόμματα σε διαφορετικές χώρες. Θα έπρεπε κανείς να τις εφαρμόζει στις περιοχές όπου η εμπειρία του έχει την μεγαλύτερη συνάφεια. Πώς θα ήταν αν προσπαθούσαμε να διατυπώσουμε κάποιες καθοδηγητικές πολιτικές αρχές σήμερα;
Χ.: Αν είναι να παρουσιάσουμε τέτοιες φιλοδοξίες στον εαυτό μας, θα πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι για τα μέτρα σύγκρισης που εφαρμόζουμε, αλλιώς θα συνεχίζει να επανεμφανίζεται ο Μαρξ στα διάκενα. Θέλουμε να διατηρηθεί για το μέλλον κάθε τι που έχει επιτευχθεί στην Αμερική σήμερα, όπως η φερεγγυότητα του νομικού συστήματος, τα φαρμακεία, κλπ. Αυτό πρέπει να γίνεται αρκετά ξεκάθαρο όποτε συζητάμε τέτοια θέματα.
Α.: Αυτό περιλαμβάνει το να ξεφορτωνόμαστε τα τηλεοπτικά προγράμματα όταν είναι σκουπίδια.
Χ.: Πρώτον, είναι εκπληκτικά δύσκολο να μάθεις τι σημαίνουν αυτά τα προγράμματα για τους εργάτες σήμερα. Στη Γερμανία είναι μάλλον οι πιο προοδευτικοί εργάτες που αγοράζουν τηλεοράσεις. Δεύτερον, είναι ήδη αρκετά ξεκάθαρο ότι στα γερμανικά μάτια είναι ύποπτες οι σχέσεις με την Αμερική, και όχι αυτές με τη Ρωσία. Θα πρέπει να συμπεριλάβουμε μια-δυο προτάσεις που να λένε ότι ακόμα και αν τα αμερικάνικα τηλεοπτικά προγράμματα είναι πολύ παρόμοια με τα ρώσικα, δεν προωθούν άμεσα τον φόνο. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τις συμπεριφορές μας απέναντι στις διαφορετικές χώρες.
Α.: Πρέπει να καταφέρουμε με κάποιο τρόπο να υπονοούμε τέτοια πράγματα αντί να τα λέμε άμεσα.
Χ.: Οι Ρώσοι βρίσκονται ήδη στα μισά του δρόμου για τον φασισμό.
Α.: Αν ζεσταίνονται περισσότερο οι γερμανικές καρδιές για τους Ρώσους, αυτό δεν είναι απλά αρνητικό. Πιστεύουν ότι οι Ρώσοι εκπροσωπούν τον σοσιαλισμό. Ο κόσμος, κυρίως ο απλός κόσμος, δεν γνωρίζει ακόμα ότι οι Ρώσοι είναι φασίστες. Οι βιομήχανοι και οι τραπεζίτες το γνωρίζουν καλά. Όσο για τους Αμερικάνους, ο κόσμος νομίζει ότι νοιάζονται μόνο για τα λεφτά.






7. ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΟΣ
24 Μάρτη

Χορκχάιμερ: Υπάρχει μια θεματική με την οποία θα ήθελα κάποια μέρα να ασχοληθώ: το ζήτημα της φύσης του επιχειρήματος. Είναι πάντα εφικτό να πεις οτιδήποτε για το οτιδήποτε. Αυτό συνδέεται επίσης με το ζήτημα της θεωρίας και της πρακτικής.
Αντόρνο: Η σκέψη που αποκηρύσσει το επιχείρημα—Χάιντεγκερ—μεταβάλλεται σε καθαρό ιρρασιοναλισμό.
Χ.: Μπορεί να επιχειρηματολογήσει κάποιος μόνο αν υπάρχουν πρακτικές απολήξεις από πίσω.
Α.: Αν υπάρχει μια συγκεκριμένη έλξη από πίσω. Καντ.
Χ.: Μπορείς να συζητάς την Κριτική του Καθαρού Λόγου μέχρι να μην έχει απομείνει τίποτε.
Α.: Η ουσιαστικότητά του βρίσκεται στα επιχειρήματά του. Τα επιχειρήματα είναι το εφήμερο στοιχείο, κάποια στιγμή εκπίπτουν. Μπορεί κάποιος οπωσδήποτε να ορίσει την ευφυία. Η έννοια περιέχει ένα μείγμα από αρκετά διαφορετικά πράγματα. Την ικανότητα να σκέφτεσαι ανεξάρτητα από το θέμα που είναι υπό διερεύνηση, και από την άλλη, την ενόραση που πηγάζει από τη σύλληψη αυτού του θέματος. Αυτές οι δύο όψεις συνδέονται, αλλά η συνήθης έννοια της ευφυίας αναφέρεται απλώς στην πρώτη, ενώ η δεύτερη, που έχει το πραγματικό βάρος, σέρνεται κάτω από την ταμπέλα της διαίσθησης ή κάτι παρόμοιου. Θα πρέπει να ειπωθεί ότι η τυπική ευφυία είναι η αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη, και ότι η διαίσθηση είναι απλώς ένας τύπος εμπειρίας που ενεργοποιείται ξαφνικά, και δεν είναι κατά κανένα τρόπο μη έλλογη. Θα έπρεπε να υπάρχει μια φαινομενολογία της ευφυίας στην οποία θα εμφανιζόταν ως το τρίτο συστατικό, εμφανιζόμενη επίσης και στα άλλα δύο συστατικά, αλλά με παραμορφωμένη μορφή.
Χ.: Εννοείς ότι όταν μιλάμε υπάρχει πάντα κάποιος στόχος από πίσω, το σύνολο των εμπειριών και των παθών μας. Υπάρχει κάτι απερίγραπτα αφελές στο να θέλεις να εξετάσεις την ευφυία απομονωμένα.
Α.: Υπάρχει όμως πράγματι κάτι σαν διανοητική αρετή—το να αφιερώνεσαι σε κάτι για χάρη αυτού του κάτι και το να του αποδίδεις τα δέοντα.[13]
Χ.: Η πρακτική υπονοείται από τη δικαιοσύνη.
Α.: Αυτό μάς οδηγεί στο σημείο όπου μπορεί να φανεί ότι υπάρχει κάτι απατηλό στον διαχωρισμό της θεωρίας και της πρακτικής. Το να διαχωρίζεις τα δύο αυτά στοιχεία είναι στην πραγματικότητα ιδεολογία.
Χ.: Τι εννοούμε όταν μιλάμε για το να αποδίδεις σε κάτι τα δέοντα; Θα πρέπει να βρούμε μια διατύπωση για να εκφράσουμε τι θέλει στην πραγματικότητα αυτό το κάτι. Την διάσταση της μαμής.
Α.: Αυτό υπονοείται επίσης στην ιδέα του Χέγκελ για την αυτο-κίνηση της έννοιας.
Χ.: Το πράγμα δεν έχει αναάγκη του καλού. Ενώ εμείς, αν θέλουμε να βοηθήσουμε το πράγμα, έχουμε πράγματι κάποιο καλό αντικείμενο κατά νου και βλέπουμε το πράγμα ως κάτι που χρειάζεται βοήθεια.
Α.: Το πράγμα έχει ανάγκη την έννοια. Η έννοια θα έπρεπε πράγματι να είναι η καλή όψη του πράγματος.
Χ.: Αυτό παραείναι αφηρημένο για μένα. Είναι σαν κάποιος να ψηλαφίζει στα σκοτεινά, χωρίς να γνωρίζει ότι υπάρχει φως.
Α.: Η φιλοσοφία υπάρχει για να λυτρώσει αυτό που βλέπεις στο βλέμμα ενός ζώου. Αν νιώθεις ότι μια ιδέα πρέπει να υπηρετεί έναν πρακτικό σκοπό, τότε γλιστρά μέσα στη διαλεκτική. Αν, από την άλλη πλευρά, η σκέψη σου καταφέρνει να αποδώσει στο πράγμα τα δέοντα, τότε δεν μπορείς να επιβεβαιώσεις όντως και το αντίθετο. Το σημάδι της αυθεντικότητας μιας σκέψης είναι ότι αρνείται την άμεση παρουσία των συμφερόντων κάποιου. Η πραγματική σκέψη είναι σκέψη που δεν έχει την επιθυμία να επιμείνει ότι έχει δίκαιο.
Χ.: Όταν μιλάς, μιλάς πάντα για τον εαυτό σου. Όταν υπερασπίζεσαι έναν αγώνα, υπερασπίζεσαι επίσης τον εαυτό σου. Το να κάνεις έκκληση για χάρη ενός συγκεκριμένου αγώνα δεν είναι απαραίτητα κακό. Νιώθεις βαθιά ότι διακυβεύονται τα δικά σου συμφέροντα. Όλοι νιώθουν την αδικία που θα συνέβαινε αν ένας εξολοθρευόταν. Το να κάνεις έκκληση εκ μέρους του άλλου είναι επίσης να κάνεις έκκληση εκ μέρος του εαυτού σου.
Α.: Η καχυποψία απέναντι στο επιχείρημα είναι κατά βάση αυτό που ενέπνευσε τούς Χούσερλ και τούς Χάιντεγκερ. Η διαβολική διάσταση του θέματος είναι ότι η κατάργηση του επιχειρήματος σημαίνει ότι η γραφή τους καταλήγει στην ταυτολογία και την ανοησία. Το επιχείρημα έχει τη μορφή του “Ναι, αλλά…”
Χ.: Αλλά το “Ναι, αλλά…” παραμένει στην υπηρεσία του να κάνεις κάτι ορατό στο ίδιο το αντικείμενο.
Α.: Υπάρχει κάτι κακό στην προάσπιση—το να επιχειρηματολογείς σημαίνει να εφαρμόζεις τούς κανόνες της σκέψης στα θέματα προς συζήτηση. Εννοείς ότι αν βρεθείς στην κατάσταση του να πρέπει να εξηγήσεις γιατί κάτι είναι κακό, έχεις ήδη χαθεί. Εναλλακτικά, καταλήγεις να λες, όπως ο Μεφιστοφελής: “Περιφρόνησε τη λογική, δείξε απέχθεια στη γνώση.” Τότε θα ανακαλύψεις τις πανάρχαιες δυνάμεις του είναι.
Χ.: Οι ΗΠΑ είναι η χώρα των επιχειρημάτων.
Α.: Το επιχείρημα είναι αμετακίνητα αστικό.
Χ.: Είναι το καταραμένο μας καθήκον να παντρέψουμε τη σκέψη με τη σωστή πρακτική.

[13] Ο Αριστοτέλης διέκρινε μεταξύ ηθικών και διανοητικών αρετών, δηλαδή μεταξύ πρακτικού και θεωρησιακού λόγου.



8. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ

Αντόρνο: Το βασικό ζήτημα είναι πώς να συνδέσουμε θεωρία και πρακτική γενικά. Είπες ότι η σωστή θεωρία επιζητά αυτό που είναι σωστό. Μπορούμε να πάμε πέρα από αυτό. Πρώτα, πρέπει να πούμε ότι η σκέψη είναι μια μορφή πρακτικής· όταν σκέφτομαι, κάνω κάτι. Ακόμα και η πιο εκλεπτυσμένη μορφή διανοητικής δραστηριότητας περιέχει ένα στοιχείο του πρακτικού.

Χορκχάιμερ: Δεν συμφωνώ απόλυτα με αυτό.

Α.: Η σκέψη είναι μια μορφή συμπεριφοράς που, με ένα παράξενο τρόπο, έχει πάρει την όψη ενός πράγματος στο οποίο δεν περιλαμβάνεται ανθρώπινη δραστηριότητα.

Χ.: Θυμήθηκα κάτι που σχετίζεται με αυτό. Δεν μπορείς να πεις ότι η πρόσθεση είναι μια δραστηριότητα με την ίδια έννοια που είναι το να ακούς ένα μουσικό κομμάτι. Όπως υπάρχει και διαφορά ανάμεσα στο να σπρώχνεις μια καρέκλα κάπου και να κάθεσαι σ’ αυτή. Το στοιχείο της ανάπαυσης, της περισυλλογής, ανήκει στην πλευρά της θεωρίας.

Α.: Από την άλλη, ο ισχυρισμός της θεωρίας ότι είναι καθαρό είναι, απαλλαγμένο από δράση, έχει ένα στοιχείο παραίσθησης μέσα του.

Χ.: Η θεωρία είναι θεωρία με την αυθεντική έννοια μόνο όταν υπηρετεί την πρακτική. Η θεωρία που επιθυμεί να είναι αυτάκρης είναι κακή θεωρία. Από την άλλη, είναι επίσης κακή θεωρία αν υπάρχει μόνο για να παραγάγει το ένα ή το άλλο.

Α.: Επιστρέφω διαρκώς στο συναίσθημα που έχω όταν με ρωτά κάποιος πώς θα φερόμουν αν ήμουν διευθυντής ραδιοσταθμού ή υπουργός πολιτισμού. Οφείλω πάντα να παραδέχομαι στον εαυτό μου ότι θα βρισκόμουν στην πιο έντονη αμηχανία. Το αίσθημα του ότι γνωρίζουμε πάρα πολλά, αλλά ότι για λόγους κατηγοριών δεν είναι εφικτό για μας να βάλουμε την γνώση μας σε πραγματική πρακτική χρήση είναι ένα αίσθημα που πρέπει να λογιστεί στις αποφάσεις μας.

Χ.: Αυτό δεν προχωρά αρκετά μακριά. Όσο εργάζεσαι σε μια κοινωνία πλάι σε άλλους δεν μπορείς να επιστρέψεις στην έννοια της πρακτικής που ήταν ακόμα διαθέσιμη για τον Μαρξ. Η κατάστασή μας είναι ότι είμαστε αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα του ρεφορμισμού. Ποιο είναι το νόημα της πρακτικής όταν δεν υπάρχει πλέον κόμμα; Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν ισούται η πρακτική είτε τον ρεφορμισμό είτε τον ησυχασμό;

Α.: Η έννοια της πρακτικής για μας είναι διαφορετική από του Lazarsfeld [14]. Οι άνθρωποι προσπαθούν πάντα να μας φορτώσουν μια έννοια που είναι κατάλληλη για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Χ.: Εφόσον το Κομμουνιστικό Κόμμα υπάρχει ήδη εντός της κοινωνίας, αυτό σημαίνει την αποκήρυξη αυτού που εννοούμε ως πρακτική. Με τον όρο πρακτική εννοούμε στην πραγματικότητα ότι βλέπουμε σοβαρά την ιδέα ότι ο κόσμος χρειάζεται εκ βάθρων αλλαγή. Αυτό πρέπει να αναδεικνύεται τόσο στη σκέψη όσο και στην πράξη. Η πρακτική άποψη έγκειται στην έννοια της διαφοράς: ο κόσμος πρέπει να γίνει διαφορετικός. Δεν είναι ότι πρέπει να κάνουμε κάτι άλλο από το να σκεφτόμαστε, αλλά ότι πρέπει να σκεφτόμαστε και να δρούμε διαφορετικά. Ίσως η πρακτική αυτή να αναμένει στην πραγματικότητα να αυτοκτονήσουμε; Ίσως θα πρέπει να αρχίσουμε από την θέση του να λέμε στον εαυτό μας ότι αν δεν υπάρχει πλέον το κόμμα, το γεγονός ότι είμαστε ακόμα εδώ έχει μια κάποια αξία.

Α.: Επιπλέον, δεν είμαστε με κανένα τρόπο τόσο δυστυχισμένοι όσο άλλοι άνθρωποι.

Χ.: Και από άποψη χαρακτήρα, απέχουμε πολύ από το να θέλουμε να αυτοκτονήσουμε.

Α.: Ακριβώς εξαιτίας του εξαιρετικού της χαρακτήρα, η θεωρία είναι ένα είδος υποκατάστατου της ευτυχίας. Η ευτυχία που θα έφερνε η πρακτική δεν βρίσκει συσχετιζόμενο όρο στον σημερινό κόσμο, εκτός από την συμπεριφορά ενός ανθρώπου που κάθεται σε μια καρέκλα και σκέφτεται.

Χ.: Αυτό είναι αριστοτελική αντίληψη.

Α.: Δεν είναι αλήθεια εφόσον η ευτυχία είναι απλώς κάτι που σκεφτόμαστε και όχι κάτι πραγματικό, είναι όμως αλήθεια με την έννοια ότι αυτό το εξαιρετικό στάτους [της θεωρίας], το ότι είναι έξω από τον χώρο της καθημερινής ρουτίνας την καθιστά ένα είδος υποκατάστατου για την ευτυχία. Και με την έννοια αυτή η διαφορά ανάμεσα στο να σκέφτεσαι και να τρως πάπια ψητή δεν είναι και τόσο μεγάλη. Το ένα μπορεί να υποκσταστήσει το άλλο.

Χ.: Αλλά το να τρως πάπια ψητή δεν είναι το ίδιο πράγμα με το να ασχολείσαι με τη θεωρία. Σου δίνεται η ελευθερία να κάνεις αυτό που επιθυμείς. Το γεγονός ότι η σκέψη μάς δίνει ευχαρίστηση δεν δικαιολογεί την πριμοδότηση της θεωρίας σε σχέση με την πρακτική. Εκεί όπου δεν υπάρχει σύνδεση με την πρακτική, η θεωρία δεν είναι διαφορετικό πράγμα από οτιδήποτε άλλο τυχαίνει να απολαμβάνουμε. Η διαφορά μεταξύ της σκέψης την οποία εγκρίνουμε και αυτής την οποία απορρίπτουμε είναι ότι η σκέψη την οποία εγκρίνουμε πρέπει να έχει μια σύνδεση με ένα κόσμο όπου έχει αποκατασταθεί το δίκαιο και πρέπει να κοιτά τον κόσμο από αυτή την οπτική γωνία [του δίκαιου κόσμου]. Πρέπει να σχετίζεται με το ερώτημα του πώς μπορεί να αλλάξει ο κόσμος. Αν θέλουμε να γράφουμε για την θεωρία και την πρακτική θα πρέπει να επιχειρήσουμε μια πιο διορατική ανασκόπηση αυτής της άποψης. Ορισμένες φορές, με τον όρο πρακτική εννοούμε οτιδήποτε αφορά τη διαφορά ανάμεσα στο να σκέφτεσαι και το να κάνεις. Θα πρέπει να κάνουμε κάθε προσπάθεια να βεβαιωθούμε ότι όλες μας οι σκέψεις και οι πράξεις ταιριάζουν με την έννοια της πρακτικής που αναφέραμε πρώτα. Εσύ, από την άλλη, ανθίστασαι στην ιδέα ότι μπορεί κάποιες δυνατότητες να μην επιτρέπονται στη σκέψη και επιμένεις πάντα να ρωτάς πώς μπορούμε να ξεκινήσουμε.

Σημείωση
[14] Paul Lazarsfeld (1901-1976): αυστριακός κοινωνιολόγος που έζησε στην εξορία, και κάτω από την διεύθυνση του οποίου εργάστηκε ο Αντόρνο για την έρευνα στη ραδιοφωνία του πανεπιστημίου του Πρίνστον. Είναι γνωστός για την έμφασή του στον εμπειρισμό και της επιχειρηματικές του τάσεις. Ο Αντόρνο τον περιέγραψε ως “τεχνικό της έρευνας.”


9. ΟΧΙ ΟΥΤΟΠΙΣΜΟΣ
25 Μάρτη, πρωί
Χορκχάιμερ.: Δεν θα πρέπει να φαίνεται ωσάν να προσφέρουμε ένα μεταφυσικό επιχρύσωμα για αστικές επιθυμίες.[14] Μπορεί να υπάρξει η αντίρρηση ότι αυτό που καλούμε “αλλαγή”, “αλλοτριότητα” [das Andere] δεν είναι παρά μια ιδεολογική προβολή. Οτιδήποτε εμφανιζόταν ως επιθυμητό στην βάση κάποιων κοινωνικών συμφερόντων επενδύεται τότε με το στάτους της “αλλαγής” και έρχεται σε αντίθεση με όλη την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας.

Αντόρνο: Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο Μαρξ και ο Χέγκελ δίδαξαν ότι δεν υπάρχουν αφηρημένα ιδεώδη, αλλά ότι το ιδεώδες βρίσκεται πάντοτε στο επόμενο βήμα, ότι το όλο πράγμα δεν μπορεί να τύχει σύλληψης άμεσα αλλά μόνο έμμεσα, δια μέσω του επόμενου βήματος. Με άλλα λόγια, αυτό που κάνουμε είναι προ-διαλεκτικό, ένα άλμα έξω από τη διαλεκτική. Θα απαντούσα ότι αυτή η αντίρρηση είναι η ίδια αφηρημένη. Αφορά ένα κόσμο που δεν έχει ακόμα γίνει ολότητα. Σήμερα όμως, όταν τα πάντα περιλαμβάνονται και ο κόσμος αποτελεί μια ενότητα μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι μας, έχει έρθει καιρός για την ιδέα της “αλλοτριότητας.” Θα μπορούσαμε σχεδόν να πούμε ότι η διαλεκτική, η οποία διατηρεί πάντοτε ένα στοιχείο ελευθερίας, έχει ακινητοποιηθεί σήμερα γιατί δεν βρίσκεται τίποτε εκτός της. Αυτό που ο Χέγκελ και ο Μαρξ αποκαλούσαν ουτοπισμό έχει ξεπεραστεί από το παρόν στάδιο της ιστορίας. Και αυτό επειδή το στάδιο στο οποίο έχουν φτάσει οι παραγωγικές δυνάμεις θα μας επέτρεπε πράγματι να εξαλείψουμε την ανάγκη κι επειδή ο κόσμος όλος έχει συγκολληθεί σε ένα και μόνο πλαίσιο παραίσθησης και καταστροφής, έτσι ώστε η σωτηρία να βρίσκεται μόνο σε διαισθήσεις που μας οδηγούν εκτός αυτής της ολότητας.

Χ.: Αυτό είναι οπισθοχώρηση στον ουτοπισμό.

Α.: Η κριτική του ουτοπισμού βασίζεται στην ιδέα ότι δεν έχει προχωρήσει επαρκώς η τεχνολογία. Κανείς δεν μπορεί να το υποστηρίζει αυτό σήμερα. Σήμερα έχουμε την καθαρή αντίφαση ανάμεσα στις δυνάμεις και τις σχέσεις παραγωγής.

Χ.: Ο Μαρξ το είχε ήδη υποστηρίξει αυτό.

Α.: Όμως μάλλον δεν ίσχυε στον καιρό του.

Χ.: Αλλά γιατί να επιστρέψουμε σε αστικά ιδανικά;

A.: Μπορούμε να δείξουμε ότι αυτά τα οποία αντιπαθούμε είναι ανακλαστικές μορφές της μορφής παραγωγής.

Χ.: Ο Μαρξ αντιτίθετο μόνο σε αυτά που θεωρούσε απαρχαιωμένα. Αντίθετα, εμείς είμαστε Ρομαντικοί.

Α.: Ο Μαρξ θα είχε συγκαταλέξει την τηλεόραση και τα μηχανάκια στην ιδεολογία.

Χ.: Η αντίρρησή μου είναι ότι οτιδήποτε προσφέρουμε για να ορίσουμε “το άλλο” έχει κάτι ιδεολογικό. Δεν πρόκειται για ζωικές ποιότητες τελικά; Μια ζωή όπου δεν θα μάχεσαι τόσο έντονα, το να έχεις αρκετά να φας, το να μην χρειάζεται να δουλεύεις από το πρωί ως τη νύχτα; Το να αποτρέπεις τη βία σε βάρος της ανθρώπινης φύσης; Ποια είναι η άποψη του Μαρξ για την θεωρία και την πράξη;

Α.: Ό,τι είναι ώριμο για τον καιρό παραπέμπει σε όλη την προϊστορία. Η έννοια της προϊστορίας περιέχει επίσης ένα στοιχείο αφηρημένης ουτοπίας.

Χ.: Ο Μαρξ λέει ότι πρέπει να καταργηθούν οι τάξεις επειδή έχει έρθει ο καιρός για αυτό, επειδή οι παραγωγικές δυνάμεις είναι αρκετά ισχυρές.

Α.: Αν αφήσουμε την ιστορία να πάρει το δρόμο της και απλώς της δώσουμε ένα μικρό σπρώξιμο, τότε θα καταλήξει σε καταστροφή για την ανθρωπότητα.

Χ.: Τίποτε δεν μπορεί να γίνει για να το αποτρέψει αυτό εκτός από την εισαγωγή του σοσιαλισμού.

Α.: Αυτό λέμε κι εμείς.

Χ.: Αν αναφερθεί κάποιος στην ιδέα της μέτρησης των πάντων σύμφωνα με την εικόνα του πώς θα θέλαμε να είναι τα πράγματα, τότε φτάνει στην έννοια της ουτοπίας, μιας θεωρίας που δεν οδηγεί στην πράξη. Τι χρησιμότητα έχει μια θεωρία που δεν μας λέει πώς να φερόμαστε απέναντι στους Ρώσους και τους Αμερικάνους; Η πραγματικότητα θα έπρεπε να μετριέται με βάση κριτήρια των οποίων η ικανότητα εκπλήρωσης να μπορεί να διαφανεί σε έναν αριθμό ήδη υπαρκτών, απτών εξελίξεων στην ιστορική πραγματικότητα.

Α.: Από τη μία, η θεωρία υπάρχει για να μάς λέει τι μπορεί να γίνει για την θεμελίωση του κομμουνισμού μέσα σε ένα συγκεκριμένο συσχετισμό δυνάμεων. Από την άλλη, η πίεση να σκεφτούμε με όρους τέτοιων εναλλακτικών είναι ακριβώς αυτό το οποίο συρρικνώνει τη σκέψη σε τέτοιες ανοησίες σήμερα. Πρόκειται για αντινομία.

Χ.: Δεν μπορείς απλώς να αρνείσαι αφηρημένα αυτή την αντινομία. Δεν μπορείς να λες ότι αυτή η πίεση καταστρέφει την σκέψη και να καταλήγεις να καταριέσαι τόσο την πίεση όσο και την σκέψη. Τότε χρειάζεται να πεις: κάτω τα χέρια από την πολιτική, συνέχισε να είσαι καθηγητής πανεπιστημίου. Αλλιώς θα καταλήξουμε στωικοί. Η σκέψη γίνεται η μόνη απόλαυση.

Α.: Η απόλαυση της σκέψης δεν είναι κάτι που πρέπει να συστήνεται.

Χ.: Ίσως θα πρέπει να αρνηθούμε κάθε συμβιβασμό και να πούμε ότι το να γράφεις άρθρα, όπως έκανε ο Μαρξ, είναι μάταιο σήμερα. Αναμφίβολα, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι υπάρχουν ιστορικές στιγμές όπου τα πάντα μπορούν και πάλι να ανατραπούν. Αλλά σήμερα πρέπει να αυτο-αναγορευθούμε ηττοπαθείς. Όχι μοιρολατρικά, αλλά απλώς εξαιτίας της κατάστασης στην οποία βρισκόμαστε. Δεν υπάρχει τίποτε που να μπορούμε να κάνουμε. Αυτό δεν πρέπει να το μετατρέψουμε σε θεωρία, αλλά πρέπει να δηλώσουμε ότι βασικά δεν μπορούμε να επιφέρουμε αλλαγή. Δεν πρέπει να φερόμαστε ωσάν να μπορούσαμε ακόμα να το κάνουμε.

Α.: Από την μία, είπες ότι νομίζεις ότι μπορεί να έρθει ο καιρός που μπορεί να γίνει εφικτό. Από την άλλη, υπάρχει κάτι ηλίθιο στο να λέμε κάτι τέτοιο. Η ιδέα ότι κάποια μέρα μπορεί να φτιάξουν τα πράγματα είναι ασύμβατη με τον Μαρξισμό.

Χ.: Αν κάποιος πει ότι κάποια μέρα θα φτιάξουν τα πράγματα, αυτό δεν με καθησυχάζει. Στο κάτω-κάτω, τα είκοσι εκατομμύρια δολοφονημένων Κινέζων είναι νεκρά, και αυτό είναι κάτι που μας χωρίζει από τον Μαρξισμό. Η πίστη ότι θα φτιάξουν όλα δεν μπορεί να μάς συμφιλιώσει με ό,τι κακό έγινε. Είναι συνέπεια τούτου ότι ο Μαρξισμός βασικά δεν είναι εφικτός εκτός και αν υπάρχει προοπτική άμεσης επανάστασης. Αν αυτό αληθεύει, τότε η ουτοπία παύει να είναι κοινωνική ουτοπία και σε αυτή την περίτπωση, η ασυμβατότητά μας με τον Μαρξισμό αυξάνεται κατακόρυφα.

Α.: Στην περίπτωση αυτή, η ουτοπία είναι μεταφυσική.

Χ.: Δεν είναι μεταφυσική, είναι κάτι πολύ πιο άμεσο. Η ιδέα της πρακτικής πρέπει να διαφαίνεται σε όλα όσα γράφουμε· μια παράξενη διαδικασία αναμονής, αλλά δεν έχει κάποιος την ικανότητα να δικαιολογεί όλα όσα έγιναν. Πρέπει να σκεφτούμε την δική μας μορφή ύπαρξης ως το μέτρο του τι σκεφτόμαστε.

Α.: Δεν θα πρεπε στην πραγματικότητα να τα ξανασκεφτούμε όλα εξ αρχής; Να γράψουμε ένα μανιφέστο το οποίο θα αποδώσει τα δέοντα στην σημερινή κατάσταση. Στον καιρό του Μαρξ, δεν ήταν ακόμα ορατό ότι η εμμένεια της κοινωνίας θα γινόταν ολική. Αυτό σημαίνει από τη μία ότι μπορεί κάποιος να μην χρειάζεται να κάνει κάτι άλλο από το να ξεφλουδίσει το εξωτερικό περίβλημα. Από την άλλη, σημαίνει επίσης ότι κανείς δεν θέλει στην πραγματικότητα να αλλάξουν τα πράγματα.

Χ.: Έχουμε ακόμα κάτι σαν χώρο να ανασάνουμε. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό όταν συζητάμε για τη θεωρία. Δεν μπορούμε να είμαστε πολιτικά ενεργοί, κι όμως κάθε λέξη που γράφουμε είναι πολιτική. Θα πρέπει να πούμε ξεκάθαρα ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είναι σε τίποτε ανώτερο από τους φιλελεύθερους πολιτικούς στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία [της Γερμανίας]. Ο ισχυρισμός ότι είναι εφικτοί νέοι συσχετισμοί έχει αντηχήσεις του Τρότσκι.

Α.: Το γεγονός ότι υπάρχει η τέχνη δεν καθίσταται άνευ σημασίας από την δήλωση ότι αυτό που μετράει είναι η επανάσταση.

Χ.: Η τέχνη δεν διαφέρει στην πραγματικότητα από αυτό που έχουμε υπόψη, πρέπει όμως να το αρθρώσουμε αυτό.

Α.: Δεν πρέπει να τυφλωθούμε μ’ αυτό.

Χ.: Πρέπει να κάνουμε ρητά ζητήματα για το οποία ο Πικάσο μπορεί να παραμένει σιωπηλός. Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο από τη γενική μας θέση ότι μπορεί κάποιος να γίνει κομμουνιστής κι όμως να απεχθάνεται τους Ρώσους.

Α.: Πρέπει να είμαστε ενάντια στον Αντενάουερ.

Χ.: Αλλά αυτό είναι αλήθεια μόνον εφόσον απαριθμήσουμε τους λόγους που το κάνουν εφικτό να συνεχίσεις να ζεις στη Δύση. Μια έκκληση για την επανίδρυση ενός σοσιαλιστικού κόμματος.

Α.: Με ένα αυστηρά λενινιστικό μανιφέστο.

Χ.: Τότε θα μπορούσαν να μας πουν ότι ένα τέτοιο μανιφέστο δεν μπορεί να κυκλοφορήσει στη Ρωσία, ενώ στις ΗΠΑ και την Γερμανία θα ήταν άχρηστο. Στην καλύτερη περίπτωση, θα μπορούσε να έχει κάποια επιτυχία στη Γαλλία και την Ιταλία. Δεν ζητάμε από κανέναν να αναλάβει δράση.

Α.: Η πράξη είναι μια δραστηριότητα που καθοδηγείται από τη λογική. Αυτό μας οδηγεί τελικά πίσω στη θεωρία. Η πράξη οδηγείται στην θεωρία από τους δικούς της νόμους.

Χ.: Η θεωρία είναι, τρόπον τινά, ένα από τα εργαλεία της ανθρωπότητας.

Α.: Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να διαχωριστούν θεωρία και πράξη.

Χ.: Αυτό είναι κομφορμισμός.

Α.: Για να είναι μια μορφή συμπεριφοράς που να είναι πρακτική θα πρέπει να στοχάζομαι για αυτό ή για εκείνο. Αν έχω την έννοια του στοχασμού, η έννοια της πρακτικής θέτει έμμεσα αυτή της θεωρίας. Τα δύο στοιχεία είναι πράγματι χωριστά το ένα από το άλλο και την ίδια στιγμή, είναι αχώριστα.

Χ.: Είναι απαραίτητο να στοχάζεται η θεωρία. Πρέπει να ξέρει το γιατί.

Α.: Αυτό που καθιστά την θεωρία περισσότερο από ένα εργαλείο πρακτικής είναι το γεγονός ότι στοχάζεται για τον εαυτό της, και ότι κάνοντάς το αυτό ακυρώνει το ότι είναι απλώς θεωρία.

Χ.: Αυτό μπορεί να το πετύχει μόνο εφόσον στοχεύει την αληθινή πρακτική.

Α.: Ο αναστοχασμός είχε νόημα όταν ακόμα είχε ως στόχο ένα αντικείμενο με τη θεολογική έννοια. Πάντα κριτικάρεις τη θεωρία στη βάση ότι μια κομμουνιστική θεωρία είναι στην πραγματικότητα παράλογη, η καθαρή παρατήρηση ενός πράγματος που δεν υπάρχει πλέον. Η έννοια της θεωρίας έχει αυτο-υποαθμιστεί μέσα από την γενικότερη έννοια του διαφωτισμού. Υπάρχει κάτι αρχαϊκό στην έννοια της θεωρίας.

Χ.: Ο Μαρξ θα έλεγε ότι αυτό που αντιλαμβανόμαστε δεν είναι ιδέες αλλά παράγωγα της ανθρώπινης δραστηριότητας, με μια διττή έννοια. Πρώτα, με την έννοια ότι η προσοχή μας απασχολείται ακόμα από τις ανάγκες μας, και δεύτερο, επειδή βλέπουμε ως ονομαστικά άλυτο κάτι το οποίο δεν μπορούμε ακόμα να παράγουμε με τις μεθόδους της επιστήμης.

Α.: Το γεγονός ότι τα ανθρώπινα όντα έχουν διαρρήξει τις σχέσεις τους με την φύση είναι ιδιαίτερα αξιοπρόσεχτο. Ο κόσμος των ζώων δεν έχει επανεγκατασταθεί για το ανθρώπινο συμφέρον παρά μόνον σήμερα, υπό συνθήκες μονοπωλίου. Τα πάντα είναι κλειστά. Το βιολογικό άλμα του ανθρώπινου είδους έχει πάλι ανακληθεί.

Σημείωση
[14] Αντήχηση μιας μεταφοράς του Werner Sombart, που χρησιμοποιήθηκε επίσης σε μια πρότερη περίσταση από τον Χορκχάιμερ. Βλ
. “Sie gegenwärtige der Socialphilosophie und die Aufgaben eines Instituts für Sozialforschung” (1931), στο Horkheimer, Gesammelte Schriften, τομ. 3, Φρανκφούρτη 1988, σ. 26.


10. Η ΑΝΤΙΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ
 
30 Μάρτη
Χορκχάιμερ: Έχουμε θέσει το ερώτημα της σχέσης θεωρίας και πρακτικής εφόσον δεν υπάρχει πλέον κόμμα. Τώρα δεν υπάρχει κόμμα, και αυτό σημαίνει ότι εμπλέκονται δύο πηγές αβεβαιότητας αν συνεχίσουμε να λειτουργούμε στο χώρο της θεωρίας. Πρώτον, γιατί αυτό το οποίο παράγεται ως θεωρία δεν έχει πλέον τίποτε κοινό με τον Μαρξ, με την πιο αναπτυγμένη ταξική συνείδηση· οι σκέψεις μας δεν είναι πλέον λειτουργία του προλεταριάτου. Δεύτερον, μοιάζει συνεπώς σαν να εργαζόμαστε για μια θεωρία που θα κρατήσουμε ως απόθεμα.

Αντόρνο: Στην καλύτερη περίπτωση, είναι η θεωρία ως μήνυμα στο μπουκάλι.

Χ.: Ως απόθεμα. Ίσως να ξανάρθει ο καιρός που η θεωρία θα μπορεί να είναι χρήσιμη. Μια θεωρία που έχει σταματήσει να έχει οποιαδήποτε σύνδεση με την πρακτική είναι η τέχνη. Αυτό στο οποίο χρειάζεται να ανταποκριθούμε είναι το ερώτημα του αν κάνουμε φιλοσοφία ως απλό τεχνούργημα.

Α.: Αν είχα επιλογή ανάμεσα στο τεχνούργημα και το απόθεμα, θα επέλεγα πάντοτε το τεχνούργημα. Το να σκέφτεσαι επειδή είναι διασκεδαστικό μού φαίνεται πιο αξιοπρεπές.

X.: Θέση πρώτη: η επιλογή ανάμεσα στις ιδέες ως τεχνουργήματα και τις ιδέες ως απόθεμα.

Α.: Θα πρέπει να το εκφράσουμε όσο ωμά γίνεται, χωρίς να αφήσουμε τίποτε ασαφές.

Χ.: Ακόμα και αν η θεωρία μας δεν τρέφει άμεσα την πρακτική, και ακόμα και αν ο σύνδεσμος με την πρακτική είναι εντελώς νεφελώδης, παρ’ όλα αυτά θα ωφελήσει την πρακτική με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η σκέψη έχει χάσει τον προσανατολισμό της με μια πολύ ζωτική έννοια. Η φιλοσοφία διαφέρει από την τέχνη από αυτή την άποψη. Αν μιλούμε για την αδικία και το ψεύδος του κόσμου σε ένα φιλοσοφικό κείμενο και ο κόσμος αποκρίνεται ότι δεν είναι άδικος και ψευδής εφόσον στο παρόν δεν υπάρχει εναλλακτική, ότι κάνει ότι καλύτερο μπορεί, αυτό σημαίνει ότι κάτι πάει στραβά με τη θεωρία. Είναι σωστό να αναμένουμε από τη θεωρία να έχει ένα συγκεκριμένο νόημα. Αντίθετα, τη μουσική απλώς την ακούμε. Η θεωρία δεν μπορεί να έχει άγνοια του εαυτού της. Θεωρία ως αντίσταση. Βασικά και η δική σου σκέψη έχει έναν έντονα πρακτικό προσανατολισμό.

Α.: Ξέρω πως τα πάντα είναι ψευδή όσο ο κόσμος είναι όπως είναι.

Χ.: Θα μπορούσες να πεις ότι απλώς το να το λες αυτό σημαίνει ότι πετυχαίνεις πολλά. Θα πρέπει να δείξουμε την κατεύθυνση στην οποία πρέπει να ταξιδέψουμε για να βεβαιωθούμε ότι η φρίκη δεν είναι πλέον αναπόφευκτη. Με την δική σου οπτική, η θεωρία έχει κάνει τη δουλειά της εφόσον μπορούμε να το πούμε αυτό. Εγώ πιστεύω ότι πρέπει να διατηρήσουμε την όψη του Μαρξισμού που επιμένει ότι δεν είναι αρκετό να λέμε ότι κάτι είναι κακό. Στην πραγματικότητα, θα πρέπει ακόμα να αντιπαλέψουμε την οπτική της γαλλικής αντεπανάστασης, σύμφωνα με την οποία η εργασία που κάνει ο εκτελεστής εξακολουθεί να είναι απαραίτητη επειδή αλλιώς τα πράγματα θα ήταν ακόμα χειρότερα.

Α.: Αυτό που με εκνευρίζει τόσο για την όλη σχέση θεωρίας και πρακτικής είναι κάτι αρκετά σαφές, και συγκεκριμένα η εμπειρία του γεγονότος ότι οτιδήποτε γράφουν οι Ρώσοι γλιστράει στο χώρο της ιδεολογίας, σε χοντροκομμένη, ηλίθια φλυαρία, ότι η κουλτούρα είναι ένα κάρο σκουπίδια και ότι κάπου, στο ίδιο σημείο όπως και στους Μαρξ και Έγκελς, υπάρχει ένα στοιχείο νέου εκβαρβαρισμού. Η σκέψη στα γραπτά τους [των Ρώσων] έχει γίνει πιο πραγμοποιημένη κι από ότι στην πιο αναπτυγμένη αστική σκέψη. Πάντοτε ήθελα να το επανορθώσω αυτό και να αναπτύξω μια θεωρία που να παραμένει πιστή στον Μαρξ, τον Έγκελς και τον Λένιν, ενώ να κρατά επαφή με την κουλτούρα στην πιο αναπτυγμένη της εκδοχή.

Χ.: Και ποιος θα το υποστήριζε αυτό; Θέλεις να διατηρήσεις την κουλτούρα, αλλά το να είσαι βάρβαρος και ανελέητος είναι απαραίτητο μέρος αυτής της κουλτούρας. Η στάση σου έχει κάτι Δονκιχωτικό. Θα ήθελες να παραλείψεις οτιδήποτε δεν σου κάνει, λες και η κουλτούρα θα μπορούσε να επιβιώσει υπό τις παρούσες συνθήκες χωρίς την αδικία που και οι δύο μισούμε.

Α.: Η ανηλεής κριτική αυτής της κουλτούρας είναι ένα από τα στοιχεία της δραστηριότητάς μας.

Χ.: Εγώ δεν νομίζω ότι η καθαρή πολιτισμική κριτική είναι τόσο σημαντική. Ένας Αμερικανός μπορούσε κάλλιστα να μας πει: “τι θέλετε, εμείς είμαστε οι καλύτεροι άνθρωποι, θέλουμε να οργανώσουμε τα πράγματα ώστε να βάλουμε τέλος στην βαρβαρότητα.” Αυτό πρέπει να ξεδιαλύνουμε. Ξέρεις τι είναι αυτό στην πρακτική που απορρίπτεις; Η συνταγή. Η θεωρία δεν θα πρεπε να είναι συνταγή, αλλά αν παραμείνει συνδεδεμένη με κάτι τέτοιο…

Α.: Αναιρεί τον εαυτό της. Όταν οι ιδέες παραγίνονται απτές, διαμαρτύρομαι· όταν παραγίνονται αφηρημένες, διαμαρτύρεσαι εσύ. Κόμμα δεν υπήρχε ούτε όταν ο Μαρξ και ο Έγκελς έγραψαν το Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να ακολουθείς κάτι που υπάρχει ήδη.

Χ.: Αν παράγεις επαναστατικά κείμενα σε μια μη επαναστατική κατάσταση χωρίς να ασχολείσαι με τις θετικές όψεις μιας κουλτούρας, τα πράγματα μοιάζουν τρόπον τινά απελπιστικά.

Α.: Αλλά ο Μαρξ δεν έχει την αύρα αυτού που είναι ξεχασμένος απ’ το Θεό.

Χ.: Δεν είχε τίποτε το σεκταριστικό. Δεν πρέπει να γράψουμε ούτε μια λέξη που να μην παραδέχεται ότι ζούμε σε αυτή την συγκεκριμένη κοινωνία και είμαστε μέρος της.

Α.: Ζούμε απ’ την κουλτούρα που κριτικάρουμε.

Χ.: Εννοούσα την κοινωνία.

Α.: Είπες ότι η βαρβαρότητα αυτής της κουλτούρας μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με βάρβαρα μέσα. Δηλαδή, είναι τα μέσα ουδέτερα ως προς τους σκοπούς; Με άλλα λόγια, μπορεί να αντιτίθεμαι στην βαρβαρότητα αν εγώ ο ίδιος γράφω όπως οι συγγραφείς της Μαρξιστικής παράδοσης;

X.: Και ο Καρλ Κράους είναι παρόμοια βάρβαρος.

Α.: Θα πρέπει να εκφραζόμαστε με τέτοιο τρόπο ώστε οι αναγνώστες μας να μπορούν να δουν αρκετά ξεκάθαρα πώς πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα, αλλά θα πρέπει να επιτρέπουμε στον αναγνώστη να δει αρκετά ώστε να μπορεί να αντιληφθεί την ιδέα ότι η αλλαγή είναι εφικτή.

Χ.: Θέση δεύτερη: Αυτό που λέμε σήμερα είναι κάτι που είναι υπόρρητο στην ηθική ή τον Χριστιανισμό. Αν υπάρχει τόση ευμάρεια όση υπάρχει στον δυτικό κόσμο, πρέπει να δίνουμε σ’ αυτούς που δεν έχουν.

Α.: Το πρόβλημα βρίσκεται αποκλειστικά στην ιδεολογία. Βασικά, πρέπει να αλλάξουμε τη συνείδηση, να διαλύσουμε το πλαίσιο της παραίσθησης στον νου των άλλων. Τότε όλα θα έφτιαχναν.

Χ.: Δεν είναι απλώς η κατάσταση της συνείδησης. Αν αυτοί που έχουν πολλά έδιναν κάποια σ’ αυτούς που το έχουν ανάγκη, στο τέλος θα τους πλημμύριζαν οι ορδές των δεύτερων. Τα ανθρώπινα όντα ζουν με τον τρόμο. Συνδέεται με την βρώση κρέατος. Το δικό σου “Ο ζητιάνος τρέχει προς την πύλη” [16] —αυτή είναι η κουλτούρα στην οποία ζούμε.

Α.: Η θεωρία είναι ήδη πρακτική. Και η πρακτική προϋποθέτει τη θεωρία. Σήμερα, τα πάντα υποτίθεται ότι είναι πρακτική και ταυτόχρονα, δεν υπάρχει έννοια της πρακτικής. Δεν ζούμε σε επαναστατική κατάσταση, και ήδη τα πράγματα είναι χειρότερα από ποτέ. Ο τρόμος είναι ότι για πρώτη φορά ζούμε σε έναν κόσμο στον οποίο δεν μπορούμε πια να φανταστούμε έναν καλύτερο.

Χ.: Δεν υπάρχει πλέον το κόμμα.

Α.: Καμία έκκληση για τον σχηματισμό ενός αριστερού σοσιαλιστικού κόμματος δεν βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη. Ένα τέτοιο κόμμα είτε θα σερνόταν πίσω από το Κομμουνιστικό Κόμμα, είτε θα είχε τη μοίρα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος ή του Εργατικού Κόμματος. Δεν είναι πολιτικό ζήτημα το ότι δεν υπάρχει κόμμα.

Χ.: Η στιγμή κατά την οποία η πολιτική είναι λιγότερο ικανή να κάνει το σωστό από ότι ποτέ στο ιστορικό παρελθόν είναι επίσης η στιγμή κατά την οποία η πολιτική δεν έχει πλέον σημασία.

Α.: Το ζήτημα είναι ποιος μιλάει.

Χ.: Μπορεί να ειπωθεί ότι σήμερα η πολιτική κατάσταση είναι χειρότερη από ποτέ; Δεν είναι απλώς χειρότερη. Αυτό που μας συνδέει εμάς τούς δύο και που μάς ξεχωρίζει από τους άλλους ανθρώπους είναι η ύπαρξη ενός κάποιου δισταγμού απέναντι στο να πούμε ότι φονεύονται είκοσι εκατομμύρια στην Κίνα αλλά σύντομα δεν θα υπάρχει πλέον λιμός. Αυτό το οποίο απορρίπτουμε δεν είναι η πρακτική αλλά το να λέμε στους άλλους τι να κάνουν. Επειδή μας επιτρέπεται ακόμα να ζούμε, έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε κάτι.

Σημείωση
[16] Από ένα τραγούδι στο Der Shatz des Indianer-Joe του Αντόρνο, Φρανκφούρτη 1979, σ. 33-34.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου